Αυτή την στιγμή φάνηκε η αλεπού.
«Καλημέρα», είπε η αλεπού.
«Καλημέρα», απάντησε ευγενικά ο μικρός πρίγκιπας που γύρισε μα δεν είδε τίποτα.
«Εδώ είμαι», είπε η φωνή, «κάτω από την μηλιά…»
«Ποιος είσαι;» είπε ο μικρός πρίγκιπας. «Είσαι πολύ χαριτωμένος…»
«Είμαι αλεπού», είπε η αλεπού.
«Έλα να παίξεις μαζί μου», της πρότεινε ο μικρός πρίγκιπας. «Είμαι τόσο λυπημένος…»
«Δεν μπορώ να παίξω μαζί σου» είπε η αλεπού. « Δεν έχω ακόμη εξημερωθεί!»
«Ά συγνώμη» είπε ο μικρός πρίγκιπας. Αλλά μετά από μια μικρή σκέψη πρόσθεσε:
«Τι θα πει εξημερώνω;»
«Δεν είσαι από δω;» είπε η αλεπού, «τι ζητάς;»
«Ζητώ ανθρώπους» είπε ο μικρός πρίγκιπας. «Τι θα πει, εξημερώνω;»
«Οι άνθρωποι» είπε η αλεπού, «έχουν όπλα και πυροβολούν. Είναι πολύ ενοχλητικό. Τρέφουν ακόμη και κότες. Αυτό είναι το μοναδικό ενδιαφέρον. Ψάχνεις κότες;»
«Όχι», είπε ο μικρός πρίγκιπας, «ψάχνω φίλους. Τι θα πει εξημερώνω;»
«Είναι ένα πράγμα που έχει λησμονηθεί», είπε η αλεπού. «Θα πει, εξοικειώνομαι.»
«Ναι» είπε η αλεπού. «Για μένα δεν είσαι όπως ένα μικρό παιδί, που μοιάζει εντελώς με εκατό χιλιάδες μικρά παιδιά. Εγώ δεν σε χρειάζομαι και συ με χρειάζεσαι ακόμη λιγότερο. Για σένα είμαι μια αλεπού μόνο που μοιάζει με εκατό χιλιάδες αλεπούδες. Αλλά αν με εξημερώσεις, θα χρειαζόμαστε ο ένας τον άλλον. Για μένα θα είσαι μοναδικός στον κόσμο. Για σένα θα είμαι εγώ μοναδική στον κόσμο………»
«Αρχίζω να καταλαβαίνω», είπε ο μικρός πρίγκιπας.«Υπάρχει ένα λουλούδι…. Νομίζω ότι μ’ έχει εξημερώσει ……»
«Μπορεί» είπε η αλεπού. « Στη γη όλα μπορούν να συμβούν….»
«Ω!, δεν έγινε στη γη», είπε ο μικρός πρίγκιπας.
Η αλεπού φάνηκε πολύ ερεθισμένη:«Σ’ έναν άλλον πλανήτη;»
«Ναι»
«Υπάρχουν κυνηγοί σ’ αυτόν τον πλανήτη;»
«Όχι»
«Είναι σπουδαίο! Και κότες;»
«Όχι».
«Τίποτα δεν είναι τέλειο», αναστέναξε η αλεπού. Μα η αλεπού ξαναγύρισε στις σκέψεις της:«Η ζωή μου είναι μονότονη. Εγώ κυνηγώ κότες, οι άνθρωποι κυνηγούν εμένα. ‘Όλες οι κότες μοιάζουν μεταξύ τους και όλοι οι άνθρωποι μοιάζουν μεταξύ τους. Βαριέμαι λοιπόν λιγάκι. Μα αν με εξημερώσεις, η ζωή μου θα φωτιστεί. Θα γνωρίζω τον ήχο των βημάτων σου, που θα ξεχωρίζει απ’ όλων των άλλων. Τα άλλα βήματα με διώχνουν κάτω από την γη. Τα δικά σου θα με δελεάζουν σαν μουσική από την φωλιά. Και κοίτα! Βλέπεις εκεί κάτω τα σιταροχώραφα; Εγώ δεν τρώω ψωμί. Για μένα το σιτάρι είναι άχρηστο. Τα σιταροχώραφα δεν μου θυμίζουν τίποτα. Κι αυτό είναι λυπηρό. Αλλά εσύ έχεις μαλλιά ξανθά σαν το σιτάρι. Ω! θα ήταν θαυμάσιο, αν με δάμαζες. Το χρυσάφι των σιταροχώραφων θα μου θύμιζε εσένα. Και εγώ θ’ αγαπώ το μεθύσι του ανέμου στα σιτηρά….»
Η αλεπού σώπασε και κοίταξε πολύ ώρα τον πρίγκιπα:
«Παρακαλώ… εξημέρωσέ με!» είπε.
(Α. Σ. Εξιπερί)
(η συνέχεια από Κυκλοδίωκτον:)
…Και είπε η αλεπού στον μικρό πρίγκιπα:
-Ο κόσμος είναι γεμάτος ανθρώπους. Όμως εσύ θα με βάλεις στον δικό σου κόσμο. Θα μου δείξεις τα δέντρα, τις πέτρες σου, τους στίχους σου, τις μουσικές σου, τα κλειδιά σου… Κι έτσι θα γίνεις ο κόσμος μου. Κι όταν θα λείπεις, θα λείπουν κι όλα αυτά μαζί σου. Θα λείπει το παρελθόν και το μέλλον σου, οι προοπτικές και οι δυνατότητές σου, τα όνειρά μου μαζί σου, ο δρόμος μας, το καράβι μας… Θα λείπει μαζί σου ένας ολόκληρος κόσμος. Γι' αυτό, θα μου λείπεις πιο πολύ από όλους τους άλλους. Πιο πολύ απ' όλο τον κόσμο, γιατί εσύ θα 'σαι ο κόσμος μου.
Έτσι είπε η αλεπού και γύρισε βιαστικά την πλάτη της να μη δει ο Πρίγκιπας την ανησυχία της για κείνον.
-Άντε να πηγαίνω τώρα, του 'πε, χαρούμενη που τον ξανάδε. Θα με περιμένεις αύριο την ίδια ώρα να πούμε "καλημέρα"; Και σήκωσε την φουντωτή της ουρά και χάθηκε μέσα στα στάχια…
Την επόμενη μέρα, πήρε ξανά το δρόμο ανάμεσα απ' τις χρυσές ακτίνες τους. Ο πρίγκιπας ήταν εκεί και την περίμενε.
-Απορώ, της είπε, πώς βρίσκεις το δρόμο κάθε φορά σ' αυτό το σιτοχώραφο. Εμένα μου μοιάζει σαν λαβύρινθος.
Η αλεπού γέλασε και τον τράβηξε ανάμεσα στα στάχια που έγερναν από το βάρος των καρπών τους, έτοιμα για θερισμό. Κι όταν ήταν για τα καλά χωμένοι στο χρώμα του ήλιου, είπε στον πρίγκιπα:
-Ξέρεις, κάθε φορά που έρχομαι για ν' ακούσω την καλημέρα σου, καρδιοχτυπώ ότι ίσως άλλαξες γνώμη και δε θέλεις πια να μοιράζεσαι τον κόσμο σου μαζί μου.
-Μην γίνεσαι ΟΥΦΟ, είπε ο Πρίγκιπας. Να ξέρεις ότι σ' αγαπώ και να μην αφήνεσαι σε αίολες σκέψεις όπως τούτα δω τα στάχια στον άνεμο.
-Δεν γίνεται! Του 'πε η αλεπού. Κάθε μέρα είναι κάτι νέο και φέρνει την αλλαγή μέσα της και μέσα σου. Γι' αυτό, το μόνο που κρατώ, είναι η επιθυμία σου στο τώρα, να μου λες καλημέρα στο αύριο. Γι αυτό και θα ξανάρθω αύριο. Όμως και πάλι με καρδιοχτύπι, για τα πράγματα που σου συνέβηκαν όσο έλειπα, για τις σκέψεις και τους συνειρμούς που σου δημιούργησαν και που ίσως σε άλλαξαν απέναντί μου. Εξ άλλου, άσε με να είμαι λίγο ΟΥΦΟ για να ταιριάζουμε. Κι εσύ από άλλον πλανήτη ήρθες.
Έτσι είπε και τράβηξε τον πρίγκιπα στα απάτητα μέρη του χωραφιού. Κι όπως προχωρούσαν βαθειά στ' απάτητα, γύρισε η αλεπού και τον κοίταξε. Τι πανέμορφος που ήταν λουσμένος στο χρυσό των σταχιών! Ένα-δύο είχαν καρφωθεί στόλισμα στα μαλλιά του. Τεντώθηκε στις μύτες, τάχα να του τα βγάλει κι έτσι, πονηρά, καθώς του 'κλεβε μιαν ανάσα κι έπαιρνε το στάχυ των μαλλιών του στην παλάμη της, ψιθύρισε άηχα:
"Πόσο σε λατρεύω!", σίγουρη πως δεν είχε ακουστεί τίποτε.
Ο πρίγκιπας την κοίταξε μ' ένα βλέμμα που έκανε τα στάχια να φαίνονται θαμπά μπροστά του.
-Για το δώρο της αγάπης σου, της είπε, θα σου εκμυστηρευτώ κι εγώ κάτι. Δείξε μου τι κρατάς.
Η αλεπού έδειξε το στάχυ που μόλις του είχε πάρει.
-Τι βλέπεις; τη ρώτησε.
-Ένα ώριμο στάχυ, έτοιμο για θερισμό, είπε εκείνη.
-Και τι άλλο; την ξαναρώτησε.
-Μελλοντικό ψωμί, ξανάπε εκείνη.
-Και τι άλλο; επέμεινε ο πρίγκιπας.
Η αλεπού δεν ήξερε τι να απαντήσει. Κυκλοφορούσε με κλειστά μάτια στους δαίδαλους του χωραφιού, αλλά ποτέ δε φαντάστηκε ότι τα στάχια θα έκρυβαν κάτι πέρα απ' ό,τι έβλεπαν τα μάτια της.
-Κοίτα το σπόρο. Της είπε ο πρίγκιπας. Είναι το μυστικό της ζωής. Είναι κρυμμένη μέσα του μια τεράστια δύναμη, έτοιμη να αψηφήσει παγετούς και καύσωνες, σκοτάδι κι ερημιά προκειμένου να εκδηλωθεί. Κι όλα αυτά στηρίζονται στον χρόνο. Αυτός δίνει στη ζωή το δικαίωμα να υπάρξει.
Η αλεπού δεν ήξερε τι να πει. Έσφιξε το χέρι του πρίγκιπα ακόμα περισσότερο και προσπάθησε να κλειδώσει για πάντα την φωτεινή του φατσούλα στη μνήμη της...
Την επόμενη μέρα, η αλεπού έφτασε στον πρίγκιπα πιο νωρίς από την συνηθισμένη ώρα.
-Έλα, πάμε στα στάχια, τον τράβηξε ανυπόμονα.
Όταν βολεύτηκαν, του κράτησε το χέρι και τον κοίταξε στα μάτια.
-Από χθες που μιλήσαμε, του 'πε, ψάχνω κάτι για να σου εκφράσω το πόσο σ' αγαπώ. Κάτι διαφορετικό όμως, που θα ξεπεράσει το αυτί και την καρδιά σου και θα προχωρήσει πιο βαθειά. Έψαξα χίλιες φράσεις και σοφίες σε βιβλία, αλλά τίποτα δεν μου φαινόταν αρκετό. Καλά όλα τους, μα όχι αρκετά. Μισά. Μέχρι, που από την πολλή σκέψη σου, θαρρώ ότι ξεκλείδωσα ένα "ανείπωτό" σου! Αυτό σκέφτηκα πως θα 'ναι σημάδι της αγάπης μου. Κάτι "δικό μας" κι όχι άλλων.
-Ναι; Ποιο; Ρώτησε φαινομενικά ατάραχος ο πρίγκιπας.
-Ξέρω γιατί δέχτηκες να εξημερώσεις εμένα ανάμεσα σε τόσες αλεπούδες, του 'πε εκείνη με σπιθωτό βλέμμα.
Ο πρίγκιπας δεν απάντησε. Μόνο την κοιτούσε.
-Γιατί με περίμενες… του 'πε σιγά.
Ο πρίγκιπας ξανά δεν απάντησε. Μόνο χαμογελούσε.
Εξ άλλου τα "ανείπωτα" παραμένουν ανείπωτα, ακόμα κι όταν ο άλλος βρίσκει λέξεις-χαραμάδες να τρυπώσει…
Τρίτη 25 Μαρτίου 2008
Σάββατο 8 Μαρτίου 2008
Το Θείο Τραγί - Τέταρτο Μέρος
(Σημείωση: Για να μην προκληθεί σύγχυση κειμένων, έβαλα διαφορετικά χρώματα. Με καφέ γραμματοσειρά τα κείμενα του Σκαρίμπα, με γκρίζα οι παραθέσεις από τον Λιαντίνη και με μαύρη οι δικοί μου σχολιασμοί.)
Κάποτε ο άνθρωπος ζούσε χωρίς όνομα. Κάποτε έπαθεόνομα και έπαψε να είναι άνθρωπος.(Μιχάλης Κατσαρός)
"Ο Αδάμ ζούσε ευτυχισμένος στον παράδεισο .Όταν δάγκωσε το μήλο, έπαθε γνώση. Ανακάλυψε τον εαυτό του (αντιλήφθηκε ότι είναι γυμνός, κι έτρεξε να κρυφτεί). Η γνώση του έδωσε την ταυτότητά του, αλλά τον απέπεμψε από τον Παράδεισο.
Παρόμοια κι ο Οιδίποδας. Όταν απέκτησε γνώση της ταυτότητάς του, κατέπεσε στη δυστυχία.
Έτσι και σήμερα. Όσο περισσότερο προχωράει η επιστημονική γνώση, τόσο περισσότερο ανακαλύπτουμε την ταυτότητα μας (π.χ. ότι δεν είμαστε άνθρωποι αλλά εξελιγμένοι πίθηκοι) και χάνουμε την ανθρωπιά μας."(μια πολύ μικρή και σύντομη ανάλυση του ποιήματος από τον καλό μου φίλο Τ.Μ.)
"Δεν θα σβήσει ο ήλιος
δεν θα πέσει ένα αστέρι
που εγώ θα πεθάνω…"
Λέει ο Σκαρίμπας σε κάποιο "ποιηματάκι" του.
Και εξηγεί:
Γιατί τάχα; Είναι ολοφάνερο. Διότι η μεγάλη μας μάνα η φύση ξέρει ότι δεν χάθηκε το παιδί της. Απλώς έπεσε στην αγκαλιά της!...
Ο λεγόμενος "τρανσφορμισμός" (= η θεωρία της εξελίξεως των όντων) δεν παναπεί, άλλο παρά τη ζωντάνια του Σύμπαντος. Πάντα εν σοφία εποίησε. Πλήρης ο Ουρανός και η Γη της δόξης του.- (αν δεν το προσέξατε, βάζει τελεία και παύλα)
Για τον Σκαρίμπα, η πτώση του ανθρώπου από τον παράδεισο, είναι η έξωσή του από την μητέρα Φύση από την στιγμή που έφαγε από το δέντρο της γνώσης, σύμφωνα με την Δαρβινική θεωρία της εξέλιξης.
"Από τον καιρό της βιβλικής έξωσης των πρωτοπλάστων από τον παράδεισο, ο άνθρωπος εξέλιπε της συγγενίας αυτού με τα ζώα.
Ο λόγος; Διότι έφαγε από το δέντρο της ΓΝΩΣΗΣ- δηλαδή άρχισε να ΞΕΡΕΙ.
Έτσι ασθένησε βαρύτατα από την κλαπάτσα των αφηρημένων εννοιών και (συν τη δημιουργία του Πολιτισμού όντος κι αυτού απότοκου της αφαιρέσεως) κατέταξε τα φαινόμενα σε ηθικές αξίες –αυτό είναι το τίμιον, τούτο είναι άτιμο, το άλλο είναι ηθικό, το παράλλο είναι ανήθικο κ.ο.ο. εξής. Ήταν ένα μοιραίο του αμάρτημα –σωστός θρίαμβος του λάθους. Στην απόγνωσή του και τις κακές προαισθήσεις του ότι έπεσε σε αφαιρεση και άπατο κενό, άρχισε να ψελλίζει το άπελπι και φρούδο του εκείνο: "ΠΙΣΩ ΣΤΗ ΦΥΣΗ"
Αλλά φρούδη και ανέφικτη. Γιατί οι πόρτες του Παράδεισου (γράφε της Φύσης) είναι πεπρωμένες και κατάκλειστες… Πίσω τους πιλαλάν όλα τα ζώα της γραφής… Όλα αυτά τα ζώα του Παραδείσου, μη φαγόντα από το Δέντρο της Γνώσεως, μείναν εκεί αδιανόητα και μακάρια τρώγοντας κάθε τόσο κι από έναν "αδερφό τους… Τρώει το 'να τάλλο να χορτάσουνε ώστε να μη πεθάνουνε της πείνας. Ύστερα πάνε να χωνέψουν και ξαναπάνε την άλλη μέρα στο κυνήγι.
Εμείς σκοτώνουμε κατά χιλιάδες τους ομοίους μας και δεν, τουλάχιστον (τι ειρωνεία προς τον νοήμονα "άνθρωπο"!-'τουλάχιστον'-να, επιτέλους, κι ένα ελάχιστο που δεν κάνουμε), τους τρώμε, αλλά τους αφήνουμε εκτάδην τους στα "πεδία της τιμής!" και τους τρων τα φαλακρά όρνια των ερήμων.
Πόσο μακρυά από την αλήθεια που βρισκόμαστε!
Πόση μας χρειάστηκε "αφαίρεση" και άγνοια για να γίνουμε ειδικοί στο πώς… να μην ξέρουμε ότι τίποτα δεν ξέρουμε!"
Η παραδείσια πτώση για τον Σκαρίμπα, έγινε τη στιγμή που ο άνθρωπος έφαγε από το δέντρο της γνώσης, απέκτησε σκέψη και ξέφυγε από την άλογη πορεία των ζώων της φύσης.
Έφυγε από τον παράδεισο της φυσικής άγνοιας και κατέληξε σε ένα άλλο είδος άγνοιας, αυτή τη φορά, έλλογης.
Μιας άγνοιας που πρέπει να ανακαλύψει σωκρατικά, για να καταλήξει στο 'εν οίδα ότι ουδέν οίδα'.
Πάμε πάλι στον Λιαντίνη;
"Το τρίτο κεφάλαιο της Γένεσης ιστορεί πώς ο προάνθρωπος έγινε άνθρωπος. Πώς ο άλογος εγκέφαλος έγινε νους. Και ακόμη ιστορεί πώς ο άνθρωπος εξορίστηκε από τον ευδαίμονα κήπο της άγνοιας του φυτού και του ζώου και πέρασε στην επίπονη χώρα της γνώσης. Στη γη της ιστορίας του….
Το τρίτο κεφάλαιο της Γένεσης είναι η άλλη όψη της τραγωδίας του Σοφοκλή Οιδίπους Τύραννος...
Ο Αδάμ και η Εύα εζούσαν στη μακάρια άγνοια του ζώου και περνάνε στην επίπονη γνώση του ανθρώπου.
Ο Οιδίπους και η Ιοκάστη εζούσαν στην μακάρια άγνοια της αιμομιξίας του ζώου και περνούν στην επίπονη γνώση του δεσμού μάνας και γιου….
…….Ο συγγραφέας της Γένεσης λέει πως τότε (μετά την δολοφονία του Άβελ) εχτύπησε κεραυνός τον Κάιν στο μέτωπο. Και τον σημάδεψε με το σημάδι του φονιά.
Δεν ήταν κεραυνός. Αλλά εκείνο το ποτέ πια!... Είναι η γνώση του θανάτου. Ανάμεσα σε όλα τα όντα, ζώα πτηνά φυτά ερπετά άστρα, τη γνώση του θανάτου την έχει μόνον ο άνθρωπος. Είναι το ακριβό λύτρο με το οποίο εξαγοράστηκε το δώρο της γνωστικής του συνείδησης. Της νόησης.
Εκατομμύρια άνθρωποι είχαν πεθάνει πριν τον Άβελ. Αλλά δεν ήξευραν ότι πεθαίνουν. Όπως δεν το ξεύρουν τα ψάρια, τα πουλιά, τα φυτά, τα ερπετά, τα άστρα (αδιανόητα και μακάρια)… Ο θάνατος ήρθε στον κόσμο μαζί με τον Κάιν. Και η γνώση του θανάτου είναι η πιο ακριβή κατανόηση.
Κοιτώντας το μηδέν στα μάτια-δύνασαι να μην αποκαρτερήσεις; (Λιαντίνης)
Μπορείς να αντέξεις στην σκέψη ότι κάποτε θα επιστρέψεις πίσω στο χώμα, όπου ήσουν ένα με την φύση;
Εκεί από όπου έπεσες κάποτε λόγω της κατα-νόησης.
Πα να πει στην άλογη κατάσταση, στην άγνοια.
Πα να πει (σύμφωνα με τον Σκαρίμπα και τον Λιαντίνη) στον ...Παράδεισο!
(συνεχίζεται…)
Κάποτε ο άνθρωπος ζούσε χωρίς όνομα. Κάποτε έπαθεόνομα και έπαψε να είναι άνθρωπος.(Μιχάλης Κατσαρός)
"Ο Αδάμ ζούσε ευτυχισμένος στον παράδεισο .Όταν δάγκωσε το μήλο, έπαθε γνώση. Ανακάλυψε τον εαυτό του (αντιλήφθηκε ότι είναι γυμνός, κι έτρεξε να κρυφτεί). Η γνώση του έδωσε την ταυτότητά του, αλλά τον απέπεμψε από τον Παράδεισο.
Παρόμοια κι ο Οιδίποδας. Όταν απέκτησε γνώση της ταυτότητάς του, κατέπεσε στη δυστυχία.
Έτσι και σήμερα. Όσο περισσότερο προχωράει η επιστημονική γνώση, τόσο περισσότερο ανακαλύπτουμε την ταυτότητα μας (π.χ. ότι δεν είμαστε άνθρωποι αλλά εξελιγμένοι πίθηκοι) και χάνουμε την ανθρωπιά μας."(μια πολύ μικρή και σύντομη ανάλυση του ποιήματος από τον καλό μου φίλο Τ.Μ.)
"Δεν θα σβήσει ο ήλιος
δεν θα πέσει ένα αστέρι
που εγώ θα πεθάνω…"
Λέει ο Σκαρίμπας σε κάποιο "ποιηματάκι" του.
Και εξηγεί:
Γιατί τάχα; Είναι ολοφάνερο. Διότι η μεγάλη μας μάνα η φύση ξέρει ότι δεν χάθηκε το παιδί της. Απλώς έπεσε στην αγκαλιά της!...
Ο λεγόμενος "τρανσφορμισμός" (= η θεωρία της εξελίξεως των όντων) δεν παναπεί, άλλο παρά τη ζωντάνια του Σύμπαντος. Πάντα εν σοφία εποίησε. Πλήρης ο Ουρανός και η Γη της δόξης του.- (αν δεν το προσέξατε, βάζει τελεία και παύλα)
Για τον Σκαρίμπα, η πτώση του ανθρώπου από τον παράδεισο, είναι η έξωσή του από την μητέρα Φύση από την στιγμή που έφαγε από το δέντρο της γνώσης, σύμφωνα με την Δαρβινική θεωρία της εξέλιξης.
"Από τον καιρό της βιβλικής έξωσης των πρωτοπλάστων από τον παράδεισο, ο άνθρωπος εξέλιπε της συγγενίας αυτού με τα ζώα.
Ο λόγος; Διότι έφαγε από το δέντρο της ΓΝΩΣΗΣ- δηλαδή άρχισε να ΞΕΡΕΙ.
Έτσι ασθένησε βαρύτατα από την κλαπάτσα των αφηρημένων εννοιών και (συν τη δημιουργία του Πολιτισμού όντος κι αυτού απότοκου της αφαιρέσεως) κατέταξε τα φαινόμενα σε ηθικές αξίες –αυτό είναι το τίμιον, τούτο είναι άτιμο, το άλλο είναι ηθικό, το παράλλο είναι ανήθικο κ.ο.ο. εξής. Ήταν ένα μοιραίο του αμάρτημα –σωστός θρίαμβος του λάθους. Στην απόγνωσή του και τις κακές προαισθήσεις του ότι έπεσε σε αφαιρεση και άπατο κενό, άρχισε να ψελλίζει το άπελπι και φρούδο του εκείνο: "ΠΙΣΩ ΣΤΗ ΦΥΣΗ"
Αλλά φρούδη και ανέφικτη. Γιατί οι πόρτες του Παράδεισου (γράφε της Φύσης) είναι πεπρωμένες και κατάκλειστες… Πίσω τους πιλαλάν όλα τα ζώα της γραφής… Όλα αυτά τα ζώα του Παραδείσου, μη φαγόντα από το Δέντρο της Γνώσεως, μείναν εκεί αδιανόητα και μακάρια τρώγοντας κάθε τόσο κι από έναν "αδερφό τους… Τρώει το 'να τάλλο να χορτάσουνε ώστε να μη πεθάνουνε της πείνας. Ύστερα πάνε να χωνέψουν και ξαναπάνε την άλλη μέρα στο κυνήγι.
Εμείς σκοτώνουμε κατά χιλιάδες τους ομοίους μας και δεν, τουλάχιστον (τι ειρωνεία προς τον νοήμονα "άνθρωπο"!-'τουλάχιστον'-να, επιτέλους, κι ένα ελάχιστο που δεν κάνουμε), τους τρώμε, αλλά τους αφήνουμε εκτάδην τους στα "πεδία της τιμής!" και τους τρων τα φαλακρά όρνια των ερήμων.
Πόσο μακρυά από την αλήθεια που βρισκόμαστε!
Πόση μας χρειάστηκε "αφαίρεση" και άγνοια για να γίνουμε ειδικοί στο πώς… να μην ξέρουμε ότι τίποτα δεν ξέρουμε!"
Η παραδείσια πτώση για τον Σκαρίμπα, έγινε τη στιγμή που ο άνθρωπος έφαγε από το δέντρο της γνώσης, απέκτησε σκέψη και ξέφυγε από την άλογη πορεία των ζώων της φύσης.
Έφυγε από τον παράδεισο της φυσικής άγνοιας και κατέληξε σε ένα άλλο είδος άγνοιας, αυτή τη φορά, έλλογης.
Μιας άγνοιας που πρέπει να ανακαλύψει σωκρατικά, για να καταλήξει στο 'εν οίδα ότι ουδέν οίδα'.
Πάμε πάλι στον Λιαντίνη;
"Το τρίτο κεφάλαιο της Γένεσης ιστορεί πώς ο προάνθρωπος έγινε άνθρωπος. Πώς ο άλογος εγκέφαλος έγινε νους. Και ακόμη ιστορεί πώς ο άνθρωπος εξορίστηκε από τον ευδαίμονα κήπο της άγνοιας του φυτού και του ζώου και πέρασε στην επίπονη χώρα της γνώσης. Στη γη της ιστορίας του….
Το τρίτο κεφάλαιο της Γένεσης είναι η άλλη όψη της τραγωδίας του Σοφοκλή Οιδίπους Τύραννος...
Ο Αδάμ και η Εύα εζούσαν στη μακάρια άγνοια του ζώου και περνάνε στην επίπονη γνώση του ανθρώπου.
Ο Οιδίπους και η Ιοκάστη εζούσαν στην μακάρια άγνοια της αιμομιξίας του ζώου και περνούν στην επίπονη γνώση του δεσμού μάνας και γιου….
…….Ο συγγραφέας της Γένεσης λέει πως τότε (μετά την δολοφονία του Άβελ) εχτύπησε κεραυνός τον Κάιν στο μέτωπο. Και τον σημάδεψε με το σημάδι του φονιά.
Δεν ήταν κεραυνός. Αλλά εκείνο το ποτέ πια!... Είναι η γνώση του θανάτου. Ανάμεσα σε όλα τα όντα, ζώα πτηνά φυτά ερπετά άστρα, τη γνώση του θανάτου την έχει μόνον ο άνθρωπος. Είναι το ακριβό λύτρο με το οποίο εξαγοράστηκε το δώρο της γνωστικής του συνείδησης. Της νόησης.
Εκατομμύρια άνθρωποι είχαν πεθάνει πριν τον Άβελ. Αλλά δεν ήξευραν ότι πεθαίνουν. Όπως δεν το ξεύρουν τα ψάρια, τα πουλιά, τα φυτά, τα ερπετά, τα άστρα (αδιανόητα και μακάρια)… Ο θάνατος ήρθε στον κόσμο μαζί με τον Κάιν. Και η γνώση του θανάτου είναι η πιο ακριβή κατανόηση.
Κοιτώντας το μηδέν στα μάτια-δύνασαι να μην αποκαρτερήσεις; (Λιαντίνης)
Μπορείς να αντέξεις στην σκέψη ότι κάποτε θα επιστρέψεις πίσω στο χώμα, όπου ήσουν ένα με την φύση;
Εκεί από όπου έπεσες κάποτε λόγω της κατα-νόησης.
Πα να πει στην άλογη κατάσταση, στην άγνοια.
Πα να πει (σύμφωνα με τον Σκαρίμπα και τον Λιαντίνη) στον ...Παράδεισο!
(συνεχίζεται…)
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)