Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2016

Ιδιωτική Οδός


Πάει πολύς καιρός που κατα-νόησα ότι 'η μοναξιά είναι εγωισμός,
αλλά η μοναχικότητα επιλογή', η κρυφή ιδιωτική οδός του καθενός.


Μερικά αποσπάσματα από ένα διαμάντι του Οδυσσέα Ελύτη που δεν ανήκει στην ετικέτα της ποίησης (αν και προσωπικά το βρίσκω άκρως ποιητικό)



Οδυσσέας Ελύτης - Ιδιωτική Οδός, 1990




      Αυτά που μ’ αρέσουν είναι η μοναξιά μου. Δεν σιμώνει κανένας. Χρόνια τώρα περνάω τις ώρες μου συντροφιά με κάτι μεγάλες μισοσβησμένες νωπογραφίες, εικόνες παλιές, αλλά φρέσκες ακόμη από τα χείλη εκείνων που τις ασπάστηκαν, γυναίκες της αμιλησιάς και του κοντού χιτώνα που φυλάγουν το κουτί με τα διαμαντικά του ωκεανού. Δεν σιμώνει κανένας. Αν δεν είχα κάτι το πολύ δυνατό και αθώο συνάμα να με συντηρεί, όπως οι μέντες και οι λουίζες που ευδοκιμούν στον εξώστη μου, θα ‘χα πεθάνει της πείνας. Τόσο μακριά βρίσκομαι από τα πράγματα, τόσο κοντά στο κρυφό τους καρδιοχτύπι. Ξυπνάω τις νύχτες ανήσυχος για κάποιαν απόχρωση του μωβ, ποτέ όμως για το τι μπορεί να γίνεται στα εμπορεία της Αγοράς. Αλήθεια, δεν έχω ιδέαν. Ακούω πως έχουν πάντα μεγάλη πέραση τα δάκρυα και οι αναστεναγμοί (τ’ αντίγραφα, όχι τα πρωτότυπα) όπως και οι διακυμάνσεις του δολαρίου, ο πληθωρισμός, οι συναλλαγές των κομμάτων — αλίμονο. Μ’ έφαγε, όπως τις καρένες των καϊκιών ο αρμόβουρκος, η μοναξιά. Και τα χρόνια περνούν.









Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2016

Α.Τ.Π.Υ.





[.....................κ.λπ. προηγούμενα....................] 

Πρόσωπο Συνομωσίας Α': Παρ'το και ρίξτο στον πρωινό καφέ της, οπωσδήποτε!
Πρόσωπο Συνομωσίας Β': Δεν πίνει το πρωί καφέ...
Πρόσωπο Συνομωσίας Α': Τι είπες;
Πρόσωπο Συνομωσίας Β': Δεν πίνει καφέ το πρωί!
Πρόσωπο Συνομωσίας Α': Απίστευτο! Μιλάμε για ανθρώπινο ον, ε;
Πρόσωπο Συνομωσίας Β': Δεν ξέρω, υποθέτω πως ναι...

[......................κ.λπ. επόμενα.....................] 




[*Α.Τ.Π.Υ.: Αγνώστου Ταυτότητας Πορευόμενο Υποκείμενο]
  
 IMAGES: MARVEL COMICS  





Σάββατο 10 Δεκεμβρίου 2016

Αντέχουμε


Κι ήρθε ο χειμώνας και τα κρύα, και οι σπόροι από τα 'διακοσμητικά' λαχανικά μου που είχαν αργήσει να φυτρώσουν κι οι καρποί τους ήταν ακόμα άγουροι ή άνθη, έπρεπε να μαντρωθούν σαν προβατάκια για να μην παγώσουν. Η τεράστια πιπεριά με τις κόκκινες περίεργες πιπερίτσες σαν σκουλαρίκια, μαζί με κάτι άλλα μικρότερα σε γλάστρες, μαζεύτηκαν σε μια ηλιόλουστη γωνιά κάτω από νάιλον.

Όμως η ντοματιά, αυτή που γεννήθηκε μέσα στην τεράστια ζαρντινιέρα, που βρήκε χώρο κι απλώθηκε όσο καμία άλλη, που ήρθε και θέριεψε κι έβγαλε κλαδιά και παρακλάδια κι έγινε σχεδόν θάμνος, δεν γινόταν να μαντρωθεί.
Κι ας ήταν γεμάτη άνθη ακόμη, χωρίς ούτε έναν καρπό, από αυτά τα χαριτωμένα μικροσκοπικά στρογγυλά ντοματάκια 2-3 εκατοστών που βγάζει.
Και την άφησα, έρμαιο στον χιονιά που έπιασε πριν μερικές μέρες κι ό,τι απογίνει.
Το πολύ-πολύ, να μην έχω σπόρο για την επόμενη χρονιά σκέφτηκα. Είχα βρει ένα τόσο δα μικρό τοματάκι στο δρόμο, μερικά χρόνια πριν και το μάζεψα και το φύτεψα κι από τότε μάζευα για τις επόμενες χρονιές.



Σήμερα, με τον δυνατό ήλιο και τη ζεστή μέρα, βγήκα να περιποιηθώ τα φυτά μου.
Αφού τα πότισα, μαζί με την ντοματιά, πήγα και κάθισα δίπλα της να εξετάσω τι απέγινε. Ακόμα είναι γεμάτη άνθη κι εκτός από ένα-δυο κλαδιά που κιτρίνισαν δεν φαίνεται να έπαθε κάτι από τους μείον βαθμούς που την χτύπησαν στην άκρη του μπαλκονιού όπως είναι εκτεθειμένη.

Ντράπηκα λίγο στην αρχή, αλλά μετά χάιδεψα τα φύλλα της κι άρχισα να της μιλώ και να την προτρέπω να αντέξει στον καιρό που έρχεται, με παρηγορητικά λόγια αγάπης και συγκινήθηκα λες και μιλούσα σε άνθρωπο.
Και μετά παρατήρησα, ότι είχαν ήδη καρπίσει μερικά πράσινα τοματάκια που ήταν κρυμμένα από τα φύλλα της και δεν φαινόταν. Έκοψα μερικές από τις πολλές κορφές της για να βοηθήσω τους καρπούς κι έφυγα με ελπίδες.



Δεν ξέρω τι θα απογίνει, αλλά αν συνεχίσει έτσι ο καιρός, νομίζω θα αντέξει. Τουλάχιστον μέχρι να θρέψει ώριμο καρπό να έχω σπόρο.

Αν χιονίσει θα χαιρόμαστε το χριστουγεννιάτικο δέντρο. Αν όχι, θα χαιρόμαστε την ντοματιά, που δε θα την αφήσω έτσι στην επόμενη κακοκαιρία. Όλο και με κάποιο νάιλον θα την περιμαζέψω κι αυτήν, να τη βοηθήσω μια και προσπαθεί τόσο πολύ να επιζήσει και να εκπληρώσει τον σκοπό της.

Άλλη φορά θα βγάλω φωτογραφίες από την πανέμορφη πιπεριά σε όλο της το μεγαλείο με τους κρεμαστούς κατακόκκινους καρπούς της κι από την ντοματιά.


Υ.Γ.
Όσο εγραφα την ανάρτηση, άκουγα αυτήν την μελωδική μουσική.







Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου 2016

Σόλων-Σόλων!




Πέρασε πολύς καιρός για να ξεπεράσω σταδιακά τις κρίσεις πανικού ασφυξίας, από τότε που έκλεισε η αναπνοή μου σε μια μικρή σκηνή, νύχτα στο βουνό κι εκδηλώθηκε ο πρώτος πανικός μου.

Όμως, καμιά φορά, σε βασανισμένο ύπνο τα βράδια μου, φέρνω στο νου μου σκηνές από ταινίες ή φαντάζομαι παρόμοια γεγονότα. Και μέσα στην ησυχία της νύχτας και στο άπλωμα της φαντασίας, όλα γιγαντώνονται, παίρνουν πραγματικές διαστάσεις και με τρομάζουν σα να τα βιώνω εκείνη τη στιγμή.

Δημιουργώ στην φαντασία μου, τις τελευταίες στιγμές κάποιου που βυθίζεται στο νερό και προσπαθεί να αναπνεύσει κι αντί για αέρα γεμίζει το στόμα του και η μύτη του και τα πνευμόνια του νερό και φέρνω τον εαυτό μου στη θέση του, σε μια πρόβα τέτοιου θανάτου.
Τις τελευταίες στιγμές κάποιου που τον κλείνουν σε έναν στενό χώρο χωρίς αέρα, ίσως και χωρίς φως... και τέτοια ωραία διάφορα μακάβρια.

Σήμερα έκανα αναπαράσταση στο μυαλό μου, πώς είναι οι τελευταίες στιγμές κάποιου που πέφτει σε κινούμενη άμμο και μπήκα στη θέση του...
Δε θέλετε να ξέρετε τη φρίκη.

Και μετά σκέφτηκα, ότι μια από τις ευχές μου που θα θελα να πραγματοποιηθεί, θα 'ναι να χω έναν ήρεμο θάνατο.

Όταν σκεφτείς πόσοι υποφέρουν τις τελευταίες τους στιγμές σε δυστυχήματα, σε αρρώστειες, σε καταστροφές, σε πυρκαγιές κ.λπ., δεν είναι καθόλου δεδομένη μια τέτοια ευχή.

Και μετά ξανασκέφτηκα, γιατί όπως ευχόμαστε σε κάποιον, χρόνια πολλά, υγεία και άλλες ευχές για τη ζωή του, να θεωρείται ανάθεμα να του ευχηθούμε να 'χει κι έναν μακάριο ή γενναίο θάνατο, όποτε κι αν έρθει αυτός;
Φοβόμαστε μέχρι και το όνομά του να αναφέρουμε, με μια υπόκρυφη προκατάληψη, μήπως έτσι τον προ-καλέσουμε ή του θυμήσουμε την παρουσία μας.

Στο εξωτερικό γιορτάζεται το Χάλογουίν στην Βόρεια Αμερική, η Μέρα των Νεκρών στις Λατινικές χώρες κι εμείς έχουμε την Κυριακή της Ανάστασης, τα ψυχοσάββατα, για να θυμόμαστε κάπου-κάπου και το επέκεινα. Τις υπόλοιπες μέρες, ούτε να το αναφέρουμε. Φτύνουμε τρις τον κόρφο μας στο άκουσμά του.

Όμως, όλα είναι θέμα συνήθειας και εξοικείωσης, γιατί αντί να το αποφεύγουμε, θα μπορούσαμε να φέρνουμε πιο συχνά στην επιφάνεια τον υποσυνείδητο φόβο του θανάτου και να τον πολεμούμε πιο συνειδητά.

Ο Λιαντίνης, στον λόγο του "Ἡ φιλοσοφική θεώρηση του θανάτου", μιλάει για τον εγωισμό της ορμής προς διατήρηση και διαιώνιση του είδους. Ότι αγαπάμε τόσο πολύ τον εαυτούλη μας που δεν μπορούμε να τον συλλάβουμε αποκομμένο από τη φύση και μιλάει για το φάρμακο, την ίαση του φόβου που είναι η δια βίου φιλοσοφική δίαιτα.



All Oil Paintings by Artist Vladimir Kush









Κυριακή 20 Νοεμβρίου 2016

Καφεδοφιλοσοφίες




Ήμουν πολύ νέα ακόμα όταν κοιτούσα κάτι φριχτά σχέδια ενός υφάσματος.
Σκεφτόμουν ότι είναι απαίσιο και κακόγουστο.
Και μετά σκέφτηκα ότι αυτό το ύφασμα κυκλοφορεί γιατί κάποιοι το αγοράζουν.
Γιατί για κάποιους είναι ωραίο, όσο απίθανο κι αν μου φαίνεται.

Κι έτσι κάπως, άρχισα να βάζω νερό στο κρασί της απολυτότητας του γούστου μου και της άποψής μου για το τι είναι ωραίο ή όχι.

Κάτι που μου αρέσει εμένα, μπορεί να μην αρέσει σε άλλους.
Και κάτι που αρέσει σε άλλους μπορεί να φαίνεται αποκρουστικότατο σε εμένα.
Γιατί έτσι είναι. Χωρίς σωστό και λάθος.

Οι άνθρωποι είμαστε διαφορετικοί, με διαφορετική ουρά ζωής και βιωμάτων πίσω μας (και μπροστά μας) και αυτά είναι φυσιολογικά.
Και κάτι σχόλια, αχ κοίτα τι φοράει, τι χάλι είναι αυτό κ.λπ. δεν υπήρχαν ούτε καν σαν σκέψεις μέσα μου. Απλώς υπήρχαν γούστα που ταίριαζαν με το δικό μου λιγότερο ή περισσότερο, ή καθόλου.

Κι αν κάτι μου έκανε εντύπωση προσπαθούσα να μπω στην ιδιοσυγκρασία του άλλου ατόμου και να υποθέσω τα κριτήρια που το έκαναν να επιλέξει ως αρεστό κάτι τέτοιο (πολλές φορές δεν είναι μόνο το αρεστό, αλλά και η πρόκληση, η ανάγκη για το ξεχωριστό, η διαφοροποίηση κ.α.).

Και φτάνουμε στις κούπες που αγόρασα.
Ήθελα δυο μεγάλες για να χωράνε μπόλικο καφέ μέσα. Κι ήταν οι τελευταίες στο κατάστημα.
Η μία μου άρεσε πολύ σαν σχέδιο. Η άλλη καθόλου. Όμως τις πήρα και τις δύο.

Κάθε φορά που πήγαινα να κάνω καφέ απέφευγα την 'άσχημη' και προτιμούσα πάντα την 'όμορφη'.
Και μετά μπήκε ο μηχανισμός της σκέψης κόντρα στη μηχανικότητα.
-Για έλα εδώ, μου είπα, γιατί δε σου αρέσει;
-Γιατί τα σχεδιά της είναι πιο χοντροκομμένα, κ.λπ. κ.λπ.
-Και γιατί να μη σου αρέσουν αυτά τα σχέδια;
Για δες τα λίγο αλλιώς, σα να σου αρέσουν, μπλα, μπλα...

Πες, πες, πες... τελικά πέτυχε η αυτοπλύση εγκεφάλου και τώρα η 'άσχημη' μου αρέσει περισσότερο από την 'όμορφη' που μου παραφαίνεται πλουμιστή και ήρθε η σειρά της να την αποφεύγω, μηχανικά πια.

Να, λοιπόν που και η υποκειμενικότητα του γούστου είναι αρκετά ρευστή.
Κι όχι μόνο αυτή, αλλά και γενικότερα η υποκειμενικότητα ακόμη και της γνώμης ή των ιδεών μας μπορεί να διαφοροποιηθεί μπροστά σε μια αποδεκτή και ισχυρή πλύση εγκεφάλου (τονίζω το αποδεκτή).

Να μην πιάσω το θέμα της "αυθεντίας", του "γνώστη", της "ανωτερότητας", της "μόδας"  ή άλλους τρόπους που χρησιμοποιούνται για να δημιουργηθούν παράθυρα αποδοχής (στιλ Δούρειου Ίππου) στο μυαλό μας, ώστε Κάποιοι νας μας υποβάλλουν και να μας επιβάλλουν αλλότριες ιδέες και γνώμες.


Ας το αφήσω ως ένα απλό παράδειγμα μιας κούπας καφέ, που με λίγη εύπειστη προσπάθεια τα αρχικά χοντροκομμένα της σχέδια απέκτησαν τελική μοντέρνα μινιμαλιστική και αποδεκτή  ο-μορφή.


Εικόνες: Kira Panina









 

Πέμπτη 17 Νοεμβρίου 2016

Ανα-Μετρήσεις

Oleg Oprisco







Ευτυχώς που κάποιοι μας μετρούν λάθος
κι έτσι μας δίνουν τη δυνατότητα
να τους μετρήσουμε εμείς σωστά.

Τρίτη 15 Νοεμβρίου 2016

Πανσυμπτώσεις

La Maison - René Magritte



Πρώτα έμενε Εκείνη μόνη της στο ακριβώς απέναντι διαμέρισμα που είχε πρόσφατα αγοράσει και μετά ήρθε κι Εκείνος να μείνουν μαζί.
Τα ηχηρά γέλια της, αναστάτωναν συχνά την ησυχία του μικρού ακάλυπτου που μας χώριζε. Χειμώνα-καλοκαίρι, καθότι μανιακοί καπνιστές και οι δύο, άφηναν συχνά την μπαλκονόπορτά τους ανοιχτή και μαζί με τον καπνό, ξεγλιστρούσε έξω και το κελάρυσμά της.


Είχε νικήσει η τοπική ομάδα της πόλης κι όλοι μαζεύονταν στον Λευκό Πύργο για να το γιορτάσουν.
Καθώς βρισκόμουν στην περιοχή, κατηφόρισα τη Δαγκλή με κατεύθυνση τον Λευκό Πύργο, για να δω από περιέργεια, τι στο καλό κάνουν όσοι μαζεύονται εκεί.
Ένα τεράστιο κοκκινωπό φεγγάρι με περίμενε στην απλωσιά του ουρανού της πλατείας της ΧΑΝΘ που έσκασε σαν έκρηξη στα μάτια και στο μυαλό μου.



Catrin Welz-Stein


Οι σκέψεις μου, ανάμεσα σε άλλα, δεν θυμάμαι πώς, ταύτισαν το μάτωμα του Φεγγαριού με τα συχνά γέλια Εκείνης και τα μετέτρεψαν σε στίχους. Κοιτούσα τους τρελαμένους οπαδούς να ουρλιάζουν συνθήματα, να τραγουδούν, να χορεύουν, να σκαρφαλώνουν σε πινακίδες και φανοστάτες που δεν άντεχαν το βάρος τόσων ατόμων μαζί, και άλλα τόσα διάφορα, κρατώντας στο μυαλό μου ένα ρουμπίνι από άλλους κόσμους.



Αργότερα, γνωριστήκαμε καλύτερα με Εκείνην κι Εκείνον.
Τα πικρά δηκτικά σχόλια για συζύγους σε μορφή αστεϊσμού και πειράγματος που έκαναν ο ένας στον άλλον, μόνο καλό σημάδι δεν ήταν.
Μετά έφυγα από εκείνο το σπίτι, άλλαξα γειτονιά, δεν ήξερα τι απέγιναν.
Συνάντησα μια μέρα τυχαία Εκείνη στον δρόμο.
Χωρίσαμε, μου 'πε. Κανένας τους πια δεν έμενε στο παλιό σπίτι, έψαχνε να το πουλήσει.


Rafal Olbinski


Χθες, ημέρα της Υπερπανσελήνου (κάτι συμπτώσεις), συνάντησα τυχαία πρώτα Εκείνον στον δρόμο.
Δεν τον αναγνώρισα. Το πρόσωπό του οικείο σαν φυσιογνωμία, αλλά δεν θυμόμουν από πού και πώς τον ήξερα. Κρατούσε έναν σκύλο, Με κοίταξε ελάχιστα παραπάνω, τον κοίταξα ελάχιστα παραπάνω, αλλά ούτε εκείνος, ούτε εγώ είπαμε κάτι. Ίσως να έσπαγε κι εκείνος το μυαλο του από πού με ξέρει.

Και καθώς τον προσπέρασα και προσπαθούσα να θυμηθώ τι και πώς, να 'σου κι Εκείνη λίγα μόλις μέτρα πιο πίσω με ακόμη έναν σκύλο.
Μου χαμογέλασε, μιλήσαμε στα γρήγορα... -Μένεις εδώ, στην περιοχή; -Ναι, -Εσύ, -Όχι... βιαζόμουν, δεν είπαμε και πολλά ...και συνέχισε την ανηφόρα πίσω από Εκείνον.

Ίσως να τα ξαναβρήκαν, μετά από τόσα χρόνια, ίσως κάτι άλλο...
Ποιος να ξέρει;
Η Πανσέληνος σίγουρα.
Εγώ ίσως το μάθω στην επόμενη σύμπτωση.







Δευτέρα 14 Νοεμβρίου 2016

1-0 = Καφετιέρα-Κυκλοδίωκτον


Troy Brooks

Σήμερα το πρωί, με περίμεναν, πάλι, δύο από τα ...μυστήρια του σύμπαντος.

Μυστήριο ένα: Ζάχαρη-Καφές = 0-1
Ο καφές χωρίς καθόλου ζάχαρη φαίνεται λιγότερο πικρός από τον καφέ με λίγη ζάχαρη (για όποιον έχει συνηθισει να τον πίνει γλυκό).

Μυστήριο δύο: Μηχανικότητα-Λογική = 1-0
Άμα ξεχνάμε τους νόμους ζεστού-κρύου, διαστολής-συστολής και η τάχα μηχανική νοικοκυροσύνη να ξεπλύνουμε αμέσως τη γυάλινη καφετιέρα, ξεπερνά τη λογική και τα μαθήματα φυσικής, η καφετιέρα ραγίζει.




Θα με ρωτήσετε και γιατί αυτά να αποτελούν μυστήρια και μάλιστα του σύμπαντος;
Και θα απαντήσω και γιατί να θεωρούνται δεδομένα;
Μόνο και μόνο επειδή τα έχουμε συνηθίσει;



Migle Kosinskaite
Καμιά φορά βλέπω το ανθρώπινο σχήμα ή κάποια ζώα και σκέφτομαι πόσο ατσούμπαλα και περίεργα όντα είμαστε (τουλάχιστον εξωτερικά) κι ότι δεν το καταλαβαίνουμε, μόνο και μόνο επειδή μάθαμε να το θεωρούμε ως 'φυσιολογικό' από τη στιγμή της γέννησής μας.


Ίσως να φταίνε και τα πολλά βίντεο με ...δεινόσαυρους που αναγκάζομαι να βλέπω τώρα τελευταία, ίσως και η πίκρα για τη ραγισμένη καφετιέρα... μη δίνετε σημασία...



Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2016

Αδιέξοδες Συναθροίσεις

 


-Μπλα, μπλα, μπλα, μπλα, μπλα, μπλα...
είπε Εκείνος.

-Μπλε, μπλε, μπλε, μπλε, μπλε, μπλε, μπλε...
είπε Εκείνη.

-Είμαι τόσο σίγουρος γι' αυτό, όσο ένα κι ένα κάνουν δύο! 
δήλωσε απόλυτα Εκείνος.

-Σε ποιο ακριβώς υποσύνολο της πραγματικότητας αναφέρεσαι;
ζήτησε διευκρινήσεις Εκείνη, καθώς έπινε έναν δροσερό φρεσκοστυμμένο χυμό από δύο πορτοκάλια.

Σάββατο 12 Νοεμβρίου 2016

Μασουλήματα Σκέψης



Καθώς ετοίμαζα σήμερα το πρωινομεσημεριανό μου, σκεφτόμουν διάφορα. Απ' αυτά τα διάφορα, τις αναλύσεις και τους συνειρμούς, μου βγήκαν τα παρακάτω επιστεγάσματα συμπερασμάτων:

Οι Πραγματιστές αλλάζουν τον κόσμο
αλλά οι Ονειροπόλοι τους δείχνουν τον δρόμο.

Μην υποτιμάς τα χαμηλότερα σκαλοπάτια.
Αν δεν υπήρχαν αυτά, δε θα υπήρχαν ούτε τα ψηλότερα.

Σε ένα εξ ορισμού Αρμονικό Σύνολο,
η αλλαγή της βελτίωσης εκλαμβάνεται ως δυσαρμονία.


Δεν ξέρω αν τα έχουν πει κάποιοι άλλοι με διαφορετικό τρόπο (που θα τα 'χουν πει), αλλά ξέρω πολύ καλά πώς προέκυψαν από δικούς μου συλλογισμούς κι όχι από απλές αντιγραφές αναπαραγωγής.



 Πίνακες: Friedensreich Hundertwasser      

          

Πέμπτη 10 Νοεμβρίου 2016

Το Πονεμένο Άτι... ...μο

 
-Πονάει πολύ το άτιμο...

Είπε ο Πρίγκιπας και ξεπέζεψε μαραμένος από το άσπρο του άτι... μο δόντι και τον πόνο που του προκαλούσε, ακριβώς μπροστά στα πόδια της Σταχτοπούτας.
Τα δυό του μάτια είχαν γείρει προς τα κάτω καρτερικά και οι καμπύλες τους έμοιαζαν με δύο μικρά ξεχωριστά κύματα.
Το ίδιο και τα χείλη του, με την από γεννησημιού του μόνιμη κυματοειδή μορφή τους.
Ένα τρικυμισμένο τοπίο όλο του το πρόσωπο.
Η Σταχτοπούτα το κράτησε μεσ΄ τα δυό της χέρια και του ΄δωσε ένα φιλί για να απαλύνει τη φουρτούνα του πόνου που όμως δεν του πέρασε.



-Στα παραμύθια δεν υπάρχει οδοντίατρος, καλέ μου, του είπε. Μόνο δοκιμασίες! Τρεις, όπως συνηθίζεται. Με αυτές περνούν όλα και φτάνεις στο επόμενο επίπεδο.
-Και πρέπει να τις περάσω όλες; Έχω να πάω και στη δουλειά, παραπονέθηκε εκείνος. Με περιμένει το βασίλειό μου! Καλύτερα να γεμίσω το στόμα μου με στοματικό διάλυμα να ζαλίσω τον πόνο.

Η Σταχτοπούτα σούφρωσε τα κόκκινα χειλάκια της σε duck face...

-Όχι, όχι, όχι, είπε τρεις φορές, χτύπησε με πείσμα το τακουνάκι από το φημισμένο γοβάκι της στο πάτωμα άλλες τρεις και πέρασε έτσι τη σχέση τους σε επόμενο επίπεδο με το να κατεβάσει, ξαφνικά κι απρόσμενα, μούτρα μέχρι το δάπεδο.


-Γιατι όχι σεντεφένια μου, τι έπαθες κυρά μου και μου μούτρωσες, πες μου άστρο του πρωινού μου; Είπε εκείνος προσπαθώντας να την καλοπιάσει.
-Έχει πιο πολλά άστρα το βράδυ, γιατί με είπες ΄του πρωινού σου΄ που δε φαίνεται κανένα; μούτρωσε περισσότερο εκείνη που πήρε φόρα.
-Γιατι τώρα έχουμε πρωί ακόμα κι εσύ είσαι το άστρο του ουρανού μου που παραμένει άσβηστο παντοτινά και που δεν τολμά ποτέ να το σκεπάσει ούτε το φως του ήλιου.

Η Σταχτοπούτα, μαλάκωσε με όλα αυτά τα γλυκόλογα. Τα σουφρωμένα χειλάκια της απλώθηκαν ξανά σαν τραχανάς σε υποψία χαμόγελου,το προσωπάκι της ξαναγλύκανε και είπε με δυσανάλογα σκληρή κι απότομη φωνή...

-Εντάξει, αλλά στοματικό διάλυμα δε θα βάλεις! 
-Μα, γιατί όχι, φως των ματιών μου που μου συννέφιασες απότομα και θες με τρελάνεις;
-Γιατί θα μοσχομυρίζει ο στόμας σου και όλες θα θένε να σε φιλήσουν!
-Μα, πονάω πολύ, χαρά της ύπαρξής μου!
-Και μένα; Εμένα δε με σκέφτεσαι καθόλου που θα με τρυπάει αδιάκοπα το μικρό αγκαθάκι της ζήλειας;
-Μα, ο έρμος, μόνο εσένα σκέφτομαι πολύτιμο καμάρι μου, νύχτα και μέρα!
-Ε, τότε δε θα βάλεις στοματικό διάλυμα . και -
-Και τι θα κάνω ζωή της ζωής μου, ψυχή της ψυχής μου που υποφέρω;
-Θα περάσεις τις τρεις δοκιμασίες και θα γίνεις καλά!



-Και ποιες είναι αυτές οι τρεις δοκιμασίες ροδοπέταλό μου πλουμισμένο με λαμπυρίζουσες δροσοστάλινες πούλιες υετού;
-Πάρε μελάνι σουπιάς, κονδυλοφόρο και περγαμηνή και γράφε!

(συνεχίζεται...) 


 Η καταπληκτική εικονογράφηση ανήκει στην ιταλίδα: Anna Laura Cantone







Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2016

Ταξιδεύοντας


- Καμιά φορά τυχαίνει να ταξιδεύω στον κόσμο και να μαζεύω σωρό τις φωτογραφίες στα ηλεκτρονικά μου μέσα αποθήκευσης, νομίζοντας ότι έτσι μπορώ να αιχμαλωτίσω τις στιγμές σε αναμνήσεις.
Οι αναμνήσεις είναι ένα αναμάσημα της ζωής με τη γνώση που έρχεται εκ των υστέρων, δίνοντας μια νέα αξιολόγηση και ανακατανομή στα κουτάκια ταξινόμησης και αποθήκευσης των εμπειριών μας.
Π.χ. κάτι που όσο το ζούμε μοιάζει αγωνιώδες, αγχωτικό και δύσκολο, όταν το θυμόμαστε (σώοι πια και αβλαβείς) μετατρέπεται σε μια συναρπαστική περιπέτεια (να μην αναφερθω και στις διαστάσεις που παίρνει όταν το διηγόμαστε)...

- Καμιά φορά τυχαίνει να ταξιδεύω στα όνειρά μου*. Σε τόσο διαφορετικά μέρη με τόσο πρωτότυπα σενάρια, με πλήθος συναισθημάτων και αισθήσεων, που όταν ξυπνώ μου φαίνεται κάπως άγχρωμη η πραγματικότητα.


- Καμιά φορά τυχαίνει να ταξιδεύω στις μορφές τέχνης, σε πίνακες, σε εικόνες ή σε παράξενες μουσικές όπως τούτη: Asura - Life²


- Κι άλλες φορές σε κείμενα και κυρίως στους ποιητές, όπως και σήμερα:




(¨Βιολί για Μονόχειρα¨, Τάσος Λειβαδίτης)









Κι ύστερα, ξανακλείνω τα μάτια κι επιστρέφω στην καθημερινότητα, κάπως αλλαγμένη όμως, κάπως διαφορετική.
Επειδή κάτι από αυτά τα ταξίδια κολλάει πάνω μου, εισέρχεται άθελα μου από τους πόρους του σώματός μου, μπαίνει και ταξιδεύει κι αυτό με τη σειρά του μέσα μου αναδεύοντας άλλους κόσμους.

Νομίζω πως αν θέλει κάποιος, υπάρχουν ένα σωρό τρόποι κι ένα σωρό κόσμοι να ταξιδεύει.
Λένε πως σημασία έχει το ταξίδι κι όχι ο σκοπός του ταξιδιού.
Δεν ξέρω τι έχει σημασία και γιατί έχει σημασία.

Θεωρώ το ¨ταξίδι¨, προσωπική μου ανάγκη, αμπούλα οξυγόνου που σκάει σαν μολότωφ για να βάλει φωτιά στα όσα προσπαθούν να μας επιβάλουν η συνήθεια και η ύπνωση (κυκλοφορούν ευρέως διαδεδομένες και σε τηλεοπτικά χάπια άμεσης κατανάλωσης).




(*Στη ζωή μου οι πιο μεγάλοι μου ευεργέτες στάθηκαν τα ταξίδια και τα ονείρατα, Νίκος Καζαντζάκης)

Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2016

Εμπυρία




"Και για να ελαχιστοποιήσουμε τη δυναστεία του νου στη μεγιστοποίηση της ανθρώπινης εμπειρίας, θα διαφέρει η θεωρία από την πράξη, η σκέψη από την εφαρμογή..."
Είπε ένας από τους θεούς χτυπώντας το χέρι του στο τραπέζι, θέτοντας το βέτο της ύπαρξης.


Κάπως έτσι ειπώθηκαν ή μήπως ανάποδα;
Δεν ξέρω, μη σας πάρω και στο λαιμό μου, μπερδεύτηκα...
Πρέπει να ξανανοίξω να συμβουλευτώ τα κιτάπια μου.


Δευτέρα 24 Οκτωβρίου 2016

Ιδανικοί Δραπέτες



Άλλοι προσπαθούν να ξορκίσουν και να ξεγελάσουν
τον φόβο του Θανάτου
κι άλλοι τον φόβο της Ζωής.



 

Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2016

Σπαθίσματα κόψης κι όχι όψης


Πότε ξεφύτρωσε μέσα μου, ούτε κι εγώ η ίδια δεν κατάλαβα.

Ίσως να υπήρχε ανέκαθεν σα μωρό και να περίμενε μέχρι να έρθει η ώρα της να μεγαλώσει κάπως για να μην ντρέπεται να παρουσιαστεί.
Ίσως να είναι επίκτητη, απόρροια του πολυβασανισμού του μυαλού μου και της ατέρμονης προσπάθειας κατανόησης του υποκειμενικού τρόπου που προσλαμβάνει μετουσιώνει αποφασίζει και ενεργεί.
Ή ίσως αυτά τα πράγματα να φυτρώνουν έτσι ξαφνικά μέσα μας, χωρίς πώς και γιατί.

Όπως και να 'χει, οι εκδηλώσεις της Σπίθας-Αστραπής είναι πια καταγεγραμμένο εσωτερικό γεγονός και η ύπαρξή της αδιαμφισβήτητη.

Εκεί που όλα είναι μαύρα κατάμαυρα και αδιέξοδα, εκεί που παίζονται στο άμεσο μέλλον τα χειρότερα σενάρια και είσαι ο κεντρικός ηθοποιός στη σκηνή του χάους που χάσκει ολάνοιχτο μπροστά σου έτοιμο να σε καταπιεί σα μαύρη τρύπα χωρίς γυρισμό... εκεί αρκεί να κάνει ένα μικρό κλικ το μυαλό σου για να καταφτάσει επείγουσα καλεσμένη η απαστράπτουσα και φευγαλέα Σπίθα-Αστραπή.
Σου δηλώνει την παρουσία της κι αρχίζει να φλερτάρει μέσα σου με αυτό το κατασκεύασμα που λέγεται νους.
-Ει, πσιτ, θες να με ακολουθήσεις; Έχεις τόση τρέλα; Αντέχεις;
Κι εσύ το σκέφτεσαι και το μετράς.

Άλλες φορές είσαι κουρασμένος(*/η) και απογοητευμένος κι αντί για νεωτερισμούς προτιμάς τον σίγουρο δρόμο των συμπερασμάτων, των υπολογισμών, της πείρας και της ως τώρα ταξινομημένης σειριακής πορείας αλληλουχιών.
Κι άλλες φορές όχι. Λες μέσα σου ένα 'ε, και τι έγινε', πατάς τον μηδενισμό στο εσωτερικό σου κοντέρ και καβαλάς την αχτίνα της ανανεωμένος και φρέσκος. Αφήνεις πίσω σου μεμιάς τα πάντα, όπως όταν βγάζεις ένα ρούχο κι έτοιμος για μια νέα αρχή, δέχεσαι αυτοστιγμεί την πρότασή της.

Στο αρχαίο θέατρο θα είχε τον ορισμό "από μηχανής θεός". Ένας θεός όμως που κρύβουμε μέσα μας (σαν όλους τους άλλους θα μου πείτε, αλλά δεν είναι ώρα για τέτοια...).
Και δεν είναι μια δήθεν προσποίηση αλλαγής, ένα δημιούργημα πλαστό, ένα κάλυμμα, ένα καινούργιο σκαλοπάτι χτισμένο πάνω σε παλιά σκάλα.
Είναι, όντως, μια νέα κατάσταση, μια ξαφνική και στιγμιαία αναγέννηση με όσα σπιθίσματα φωτός μπορεί να κουβαλάει κάθε είδους αναγέννηση.

Γι αυτό την όρισα εικονικά και λεκτικά σαν Σπίθα-Αστραπή.
Κι αν μου πήρε χρόνο για να τη μετατρέψω σε λέξεις και να διαβαστεί, είναι κάτι στιγμιαίο, ένα φλας του χρόνου που σου δείχνει σε μια του αναλαμπή μια νέα πορεία.
Ή αυτοαναφλέγεσαι και την ακολουθείς εκείνη τη στιγμή σε μια παρόρμηση (παρέγκλιση, για να θυμηθούμε και τον Επίκουρο) ή χάνεται σχεδόν αμέσως μέσα στο δαίδαλο των πώς και αν και γιατί και όλων των άλλων συναφών με τα οποία την περικυκλώνει ο νους και την καταβροχθίζει.



(* όλα τα επίθετα, χάριν της γενίκευσης, αναφέρονται σε αρσενικό πρόσωπο)







Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2016

Άσωτες Λέμβοι

 
Και μετά πέρασε κι εκείνος ο κύριος με τα παπούτσια-βάρκες. Σταμάτησε για πολλή ώρα κάνοντας διάφορα με το κινητό του, αλλά μόνο σα σηκώθηκε να φύγει, αποφάσισα να τον παρατηρήσω, και πέρα από το κουστούμι, τη χαλαρωμένη γραβάτα και τον δερμάτινο χαρτοφύλακά του, να εντυπωσιαστώ από τις βάρκες που φορούσε.

Ίσως να μην ήταν και τόσο εντυπωσιακό ένα τέτοιο γεγονός, ίσως να ήταν αποκλειστικά και μόνο η δική μου διάθεση που το μεγένθυνε και κόλλησε επάνω του με την πρωτόγνωρη έκπληξη μικρού παιδιού,
Κι ύστερα έφυγε κωπηλατώντας ολοταχώς εκείνος ο κύριος, χωρίς να προλάβω να βγάλω ούτε μια φωτογραφία του.


Λέγεται πως δεν ήταν απλώς βάρκες εκείνα που φορούσε, αλλά σωτήριες λέμβοι. Τον κρατούσαν ασφαλή από τις διακυμάνσεις θερμοκρασίας της ασφάλτου, από το τραχύ της σώμα κι από τα μικροαντικείμενα και πετραδάκια που απειλούσαν καθημερινά να πληγώσουν τα πολύτιμα πόδια του.
Τον κρατούσαν μακριά βέβαια κι απ' όλες τις αισθήσεις και τις εκπλήξεις που θα του πρόσφερε μια ποδοαφή με το περιβάλλον, αλλά δεν μπορούμε να τα 'χουμε κι όλα. Πρέπει να επιλέγουμε σε τι δίνουμε προτεραιότητα, τι είναι πιο σημαντικό για μας, τι θα πάρουμε και τι θα αφήσουμε. Εξ άλλου, τι θα 'λεγε κι ο κόσμος αν κυκλοφορούσε ξυπόλητος;

Λέγεται, επίσης, πως κάποια φορά σε ένα κατηφορικό πεζοδρόμιο, ο κύριος ξέχασε να πάρει τα ήνια της κωπηλασίας στα πόδια του και τα παπούτσια-βάρκες, ξεκίνησαν μόνα τους να παρασύρονται από το καθοδικό ρεύμα. Ο κόσμος ούτε που πρόσεχε ότι δεν περπατούσε αλλά τσουλούσε, νομίζοντας ότι φορά πατίνια ή καμιά επιδεικτική προηγμένη εφεύρεση και 'τι άλλο θα βγάλουν ακόμα' δεν είχε τη διάθεση και το χρόνο να ασχοληθεί.

Βλέπετε ήταν και νωρίς το πρωί κι όλοι νοιαζόταν μόνο πώς να καταφέρουν να ξυπνήσουν και να είναι εγκαίρως στη δουλειά τους. Κι ο κύριος, απασχολημένος πλήρως και πάλι, κοιτάζοντας την πονηρή κι όχι έξυπνη οθόνη του κινητού του, ούτε που πήρε χαμπάρι τη γλυκιά ζάλη της ακούσιας μετακίνησης.

Μα, τα παπούτσια δειλά στην αρχή, πιο σίγουρα αργότερα, ξεκίνησαν να κάνουν δοκιμές πλοήγησης και σαν είδαν ότι δεν τα εμποδίζει και δεν τα σταματά κανείς πήραν περίσσιο θάρρος. Άρχισαν να πηγαίνουν όπου ήθελαν, να στρίβουν, να κάνουν όπισθεν, σημειωτόν, στροφές επί τόπου, να διπλαρώνουν ενοχλητικά ένα ψηλοτάκουνο ζευγάρι κόκκινες γόβες που φορούσε μια περαστική κυρία και γενικά πήραν τον ολοκληρωτικό έλεγχο μιας ανεξέλεγκτης πορείας.

Όταν ο κύριος τελείωσε με την απόλυτη αφοσίωση στο κινητό του και σήκωσε τα μάτια για να ξαναποκτήσει επαφή με το περιβάλλον, βρέθηκε σε έναν άλλο δρόμο, εκατοντάδες μέτρα μακρύτερα από εκεί που σταμάτησε αρχικά κι είχε σκοπό να κατευθυνθεί τελικά. Μπροστά του, απλωνόταν κατάφωτη, μια φαντασμαγορική βιτρίνα ενός επώνυμου και πανάκριβου καταστήματος παπουτσιών που εκείνη την στιγμή δεν τον ενδιέφερε καθόλου.

Όσο όμως κι αν προσπαθούσε να μετακινήσει τα πόδια του για να φύγει από εκείνο το μέρος δεν τα κατάφερνε. Εκείνα παρέμεναν πεισματικά κολλημένα στην ίδια θέση, λες και κοιτούσαν άφωνα και μαγεμένα όλα εκείνα τα μεγαλοπρεπή πρωτοποριακά και κομψά σχέδια και καλούπια πίσω από τη τζαμαρία που έριχνε ασταμάτητα επάνω τους μύριες σπίθες αντανάκλασης.

Ο κύριος, μετά από αρκετές μοναχικές άκαρπες προσπάθειες αλλαγής θέσης και μ' όλο το ξάφνιασμα του 'εκτός τόπου και χρόνου' που προηγήθηκε και προσπαθούσε ακόμα να καταπιεί αλογίκευτο, άρχισε να πανικοβάλεται και να ικετεύει για βοήθεια, κοιτώντας τριγύρω του και φωνάζοντας απελπισμένα πως έμεινε ξαφνικά παράλυτος. Το κινητό του ούτε που σκέφτηκε να το χρησιμοποιήσει για να καλέσει το 112.
Κόσμος μαζεύτηκε γύρω του, κάποιοι προσπαθούσαν να τον σηκώσουν στα χέρια τους ενώ άλλοι φώναζαν ότι δεν κάνει να τον μετακινήσουν κι έπρεπε να περιμένουν το ασθενοφόρο.

Και μόνο, όταν επιτέλους έφτασε το ασθενοφόρο κι έβαλαν όλοι μαζί, τραυματοφορείς και οι πιο γεροδεμένοι περαστικοί, ένα χεράκι για να βοηθήσουν στη μεταφορά του ασήκωτου, πετάχτηκαν τα πόδια του, λόγω αφόρητης πίεσης, έξω από τα παπούτσια και βρήκε επιτέλους ο κύριος την υγειά του και τα παπούτσια την πλήρη αυτονομία τους.