Κυριακή 23 Ιουνίου 2013

Ευχές

Το ναυτάκι με το κουτί σπίρτα παραμάσχαλα


Προχθές το βράδυ, δεν μπόρεσα να αντισταθώ στη γοητεία του.
Ένα ναυτάκι, σωστό κουκλί, με λαμπερά ματάκια και σκουλαρίκι.
Τον έκανα συνοδό μου στις διάφορες περιπλανήσεις των 2 τελευταίων ημερών.
Μαζί με το ναύτη μου έδωσαν κι ένα κουτί σπίρτα.

Είναι μαγικά σπίρτα, με πρόλαβε ο πωλητής την τελευταία στιγμή καθώς έφευγα..
Κάθε φορά που θα ανάβεις ένα, θα κάνεις μια ευχή και θα πραγματοποιείται.
Φαινόταν να το πίστευε ή ότι το ευχόταν από την καρδιά του για μένα, σα να ήθελε να κάνει κάτι περισσότερο για να με ευχαριστήσει που το αγόρασα.

Πανσέληνος σήμερα. Η μεγαλύτερη. Ό,τι πρέπει για ευχές.
Μόνο που πρέπει να προσέχεις πολύ καλά τι εύχεσαι.
Γι αυτό φοβάμαι τις ευχές.
Και το κουτί με τα σπίρτα μένει ανέγγιχτο να το φυλάει το κουκλί.



Τετάρτη 19 Ιουνίου 2013

Εκπύρωση



Μια φωτιά πήρε να κατακαίει τα πάντα γύρω του…

Τα δέντρα πεθαίνουν όρθια λένε.

.
Μα, τούτο το Φωτόδεντρο, πείσμωσε.
Κι είπε να μην πεθάνει.
Γιατί αν πέθαινε τι σημασία θα 'χε που ΄μενε όρθιο;

Χρησιμοποίησε το πυρ της φωτιάς και την εκπύρωση για να κρατήσει την αμιγή μορφή των Τεσσάρων Στοιχείων και μέσω της φωτοσύνθεσης μέτρεψε τον θάνατο που το αιχμαλώτιζε σε ζωή.
 
Πού την βρήκε τόση γνώση και τόση δύναμη ένα Φωτόδεντρο;

"Μαθαίνω τον εαυτό μου για να αντέχω", είπε μια νύχτα στο φεγγάρι.
Δεν ξέρω αν το άκουσε.
Εκείνο τρελό κι αστόχαστο φλερτάριζε ολόγιομο με ένα ιπτάμενο αλογάκι.

Και μετά σιωπή.


.

Σάββατο 8 Ιουνίου 2013

Η Αλήθεια του Σίσυφου

Όσα λογοπαίγνια κι αν χρησιμοποιήσουμε, όσους ακροβατικούς συλλογισμούς κι αν κάνουμε δεν μπορούμε ν' αρνηθούμε πως πάνω απ' όλα καταλαβαίνω σημαίνει ενοποιώ.

Όσο κι αν εξελίσσεται το πνεύμα, ο βαθύς πόνος του θα συνδέεται με το ασυνείδητο συναίσθημα που νοιώθει ο άνθρωπος μπροστά στον κόσμο: στην ανάγκη ν' αποκτήσει μια στενή σχέση μαζί του και την επιθυμία της σαφήνειας. Για έναν άνθρωπο η κατανόηση του κόσμου συνίσταται στο να περιορισθεί στο ανθρώπινο σημαδεύοντάς το με τη σφραγίδα του.

Ακόμα κι η σκέψη, με το δικό της τρόπο, με πείθει πως αυτός ο κόσμος είναι παράλογος. Η καθαρή λογική, σ' αντίθεση με το παράλογο, ισχυρίστηκε πως το κάθε τι είναι σαφές. Ευχόμουν το δίκιο της αλλά μάταια περίμενα αποδείξεις. Έπειτα από τόσους αιώνες αναζητήσεων και τόσους εκφραστικούς και πειστικούς ανθρώπους, ξέρω πως αυτό είναι λάθος. Σ' αυτό το πεδίο τουλάχιστον, αφού δεν μπορώ να μάθω, δεν υπάρχει ευτυχία. Η παγκόσμια λογική, πρακτική, ηθική, η αιτιοκρατία, οι θεωρίες που εξηγούν τα πάντα κάνουν τον συνεπή με τον εαυτό του άνθρωπο να γελά. Δεν έχουν καμιά σχέση με το πνεύμα. Αρνούνται να δεχτούν την ουσιαστική του αλήθεια το ότι είναι δέσμιο.


Μέσα σ' αυτό το ανεξήγητο και περιορισμένο σύμπαν το πεπρωμένο του ανθρώπου παίρνει λοιπόν το νόημά του. Ένα πλήθος από παραλογισμούς υψώνεται και περικυκλώνει τον άνθρωπο ως το τέλος. Απ' τη στιγμή που θ' αποφασίσει να βλέπει σωστά, διακρίνει κι αισθάνεται το συναίσθημα του παράλογου. Έλεγα πως ο κόσμος είναι παράλογος και προχωρούσα πολύ γρήγορα. Το μόνο που μπορούμε να πούμε είναι πως αυτός ο κόσμος δεν μπορεί να δικαιολογηθεί. Παράλογο είναι το χάσμα ανάμεσα στο ότι δε δικαιολογείται και στο μάταιο, μα δυνατό πόθο του ανθρώπου για σαφήνεια. Το παράλογο ισχύει και για τον άνθρωπο και για τον κόσμο.


Ο Γιάσπερς μας αποκαρδιώνει με την οντολογία γιατί υποστηρίζει πως έχουμε χάσει την "αθωότητα". Ξέρει πως δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα πιο σπουδαίο από το θνητό παι χνίδι των φαινομένων. Ξέρει πως το τέλος του πνεύματος είναι η ήττα. Εμποδίζει την εξέλιξη της πνευματικής περιπέτειας που μας χαρίζει η ιστορία και κτυπάει αλύπητα τις ατέλειες κάθε συστήματος, τη φαντασία που έχει διατηρήσει τα πάντα, το κήρυγμα που δεν έχει κρύψει τίποτα. Μέσα σ' αυτόν τον λεηλατημένο κόσμο όπου έχει αποδειχτεί πως η γνώση είναι ανέφικτη, όπου φαίνεται ότι μόνη πραγματικότητα είναι το τίποτα και μοναδική στάση η απελπισία, δοκιμάζει να ξαναβρεί το μίτο της Αριάδνης που οδηγεί στα μυστικά των θεών.

Είναι δυνατό να μην αντιληφθείς την ομοιότητα αυτών των πνευμάτων; Είναι δυνατό να μη δεις πώς μαζεύονται γύρω από έναν προνομιούχο και σκληρό τόπο όπου δεν υπάρχει θέση για την ελπίδα; Θέλω να μου εξηγηθούν τα πάντα ή τίποτα. Μπροστά σ' αυτή την κραυγή της καρδιάς η λογική είναι ανίσχυρη. Σπρωγμένο απ' αυτή την ανάγκη, το πνεύμα ψάχνει και βρίσκει μόνο αντιφάσεις και παραλογισμούς. Αυτός ο ίδιος, αφού δεν καταλαβαίνω τη μοναδική του σημασία, είναι ένας τεράστιος παραλογισμός. Αν, μια φορά μονάχα, μπορούσες να μου πεις: "αυτό είναι σαφές" θα είχαν δικαιωθεί τα πάντα.

Αλλά αυτοί οι άνθρωποι (σημ. Οι φιλόσοφοι των οποίων τις θεωρίες έχει αναφέρει προηγουμένως) φωνάζουν πως τίποτα δεν είναι σαφές, πως όλα είναι χάος, πως η σκέψη και η γνώση του ανθρώπου φτάνει μονάχα μέχρι το ύψος των τειχών που τον περιβάλλουν. Όλες αυτές οι θεωρίες και συμφωνούν και διαφωνούν. Το πνεύμα φτάνοντας στο τέλος οφείλει να βγάλει μια απόφαση και να διαλέξει τις συνέπειές της. Εδώ τοποθετούνται η αυτοκτονία και η απάντηση.

Θέλω όμως ν' αντιστρέψω τους όρους της αναζήτησης και να ξεκινήσω απ' την πνευματική περιπέτεια για να καταλήξω στις καθημερινές χειρονομίες. Οι εμπειρίες που μέχρι τώρα αναφέραμε γεννήθηκαν μέσα στην έρημο και δεν πρέπει να τις αφήσουμε καθόλου. Πρέπει να μάθουμε, τουλάχιστον, ως πού φτάνουν. Σ' αυτό το σημείο της προσπάθειάς του, ο άνθρωπος βρίσκεται μπροστά στο παράλογο. Ποθεί ευτυχία και λογική. Το παράλογο γεννιέται απ' την αντίφαση που υπάρχει ανάμεσα στον πόθο του ανθρώπου και την παράλογη σιωπή του κόσμου. Δεν πρέπει να το ξεχνάμε αυτό. Πρέπει ν' αγκιστρωθούμε πάνω του γιατί μπορεί η ουσία μιας ζωής να κρύβεται μέσα του. Το χωρίς αιτία, η ανθρώπινη νοσταλγία και το παράλογο που γεννιέται απ' την αντίφασή τους τρία πρόσωπα ενός δράματος που πρέπει να τελειώσει οπωσδήποτε μ' όλη τη λογική που είναι ικανή να διαθέτει μια ύπαρξη.


Το ότι ψάχνεις για την αλήθεια δε σημαίνει πως ψάχνεις γι' αυτό που εύχεσαι να υπάρχει.



Όλη η βουβή χαρά του Σίσυφου βρίσκεται εκεί. Το πεπρωμένο του του ανήκει. Ο βράχος είναι η πραγματικότητά του. Έτσι, πεισμένος για την εντελώς ανθρώπινη προέλευση όλων των ανθρώπινων, τυφλός που ποθεί να δει και ξέρει πως η νύχτα είναι ατέλειωτη, βρίσκεται πάντα σε πορεία. Ο βράχος γυρίζει ακόμα.

Αφήνω τον Σίσυφο στους πρόποδες του βουνού. Πάντα ξαναβρίσκει κανείς το φορτίο του. Ο Σίσυφος όμως, συμβολίζει την ανώτερη πίστη που αρνιέται στους θεούς κι ανυψώνει τους βράχους. Κι εκείνος κρίνει πως όλα είναι καλά. Αυτό το σύμπαν, αδέσποτο στο εξής, δεν του φαίνεται άκαρπο ούτε μάταιο. Ο κάθε κόκκος της πέτρας, η κάθε λάμψη αυτού του γεμάτου νύχτα βουνού πλάθει, μονάχα γι' αυτόν, τη μορφή ενός κόσμου. Ακόμα κι ο ίδιος ο αγώνας προς την κορυφή φτάνει για να γεμίσει μια ανθρώπινη καρδιά. Πρέπει να φανταστούμε τον Σίσυφο ευτυχισμένο.

(Α. Καμί: 'Ο µύθος του Σίσυφου', ∆οκίµιο πάνω στο παράλογο - Επέλεξα αποσπάσματα του κειμένου, δυστυχώς, από μετάφραση αγνώστου που χάνει και στη σύνταξη και στα σημεία στίξης...)



[[[Συμπλήρωμα, 15 Ιουνίου 2013




Ο Σίσυφος, δεν ήταν κάποιος τυχαίος (ο Όμηρος τον χαρακτηρίζει ως τον σοφότερο και πονηρότερο των ανθρώπων). Ήξερε μυστικά, πήρε από τον Ασωπό-ποταμό μόνιμη πηγή γνώσης-νερού και είχε την εξυπνάδα να νικήσει τον Άδη.
Σα να λέμε, κατάφερε να ανεβάσει το πεπερασμένο της νόησης πάνω από την παντοδυναμία των φυσικών νόμων και τους νίκησε. Αυτό, όμως, αναστάτωσε τη δοθείσα αρμονία, ανέτρεψε τη φυσική τάξη και αποτέλεσε ύβρη.
Τότε, οι «κριτές των νεκρών» ( οι φύλακες της θνητότητας, η νομοτέλεια) του έβαλαν ως τιμωρία να κουβαλάει ένα βράχο στην κορυφή ενός βουνού που κατρακυλούσε πάντα πίσω (κάποιοι λένε από την άλλη πλευρά του βουνού, ίσως για να εκφράσουν το δίπολο του κόσμου).
Τον περιόρισαν, λοιπόν,  στην πραγματικότητά του. Στο μερίδιο του κόσμου που του ανήκει με βασανιστικό και ατέρμονο τρόπο.

"Ο βράχος είναι η πραγματικότητά του… Ο κάθε κόκκος της πέτρας, η κάθε λάμψη αυτού του γεμάτου νύχτα βουνού πλάθει, μονάχα γι' αυτόν, τη μορφή ενός κόσμου."

Ο Σίσυφος, γίνεται εκπρόσωπος του κάθε ανθρώπου που, εκ δεδομένου 'θείας τιμωρίας', είναι πεπερασμένος, οριακός και ορισμένος, εγκλωβισμένος στις αισθήσεις και στα φαινόμενα του κόσμου.
Γι αυτόν, "… η κατανόηση του κόσμου συνίσταται στο να περιορισθεί στο ανθρώπινο σημαδεύοντάς το με τη σφραγίδα του".  Είναι η μόνη αλήθεια που του επιτρέπεται να κουβαλάει και να γυροφέρνει.
Αν θελήσει να ξεπεράσει ανάξια και με δόλο μια τέτοια θνητότητα, επιφέρει τη Νέμεση και την Τίση (ίσως και προφητικό, σε υλικό επίπεδο, για ό,τι μας περιμένει με τις άλογες παρεμβάσεις μας στο DNA), ενώ μέσα του, φέρει ήδη θαμμένη μια νίκη-αμάρτημα προπατορικό που ξεπληρώνει. ]]]


 

Σίσυφος της αλήθειας (Γιάννης Κουτσοχέρας)

Σίσυφος της αλήθειας είναι ο άνθρωπος.
Όραση
ακοή
νόηση
αίσθηση
παραίσθηση
αφή

Κι απ’ τον όρθρο εως τον έσπερο
κι απ’ τον έσπερο ως τον όρθρο
ψηλαφίζει αναζητώντας την
ο άνθρωπος.

Έρχεται
Και φεύγει
Τούτος ο εγκόσμιος Σίσυφος της γλιστερής αλήθειας
Ψηλαφίζοντας.

Και η αλήθεια;
Πικρή
δύστροπη
πολύτροπη
ερμητική.
Μέδουσα στο άξενο πέλαγος.
Σφίγγα του αδυσώπητου μύθου.
Και είναι του ανθρώπου η μοίρα
-την αλήθεια αναζητώντας
απηδάλιος και απληροφόρητος-
να ανιχνεύει
να οδοιπορεί
και να πορεύεται.







'Σίσυφος της αλήθειας'  (Θεόδωρος Ντόρος)
Ολομόναχος, τρομάζω, νιώθοντας όλο μου τον όγκο,
και μπρος μου, αμίλητη την ύπαρξή μου, ολόρθη.
Αυτή που είναι το κενό.
Γεμάτο φόβο.



"Ο περήφανος και ο τίμιος άνθρωπος θα ζητήσει την εσχατιά της αλήθειας, παρότι υποψιάζεται ότι το φως της θα τυφλώσει τη χωματένια του όραση."
Δημήτρης Λιαντίνης – "Τα Ελληνικά" 








      Μυστικό
Αχ ζωή, κάτι μου κρύβεις κάτι μαγικό που το ποθώ
Πώς περνάς και νιώθω να τ’ αγγίζω όσο το απωθώ
Να ‘μαι καλά στα χαμηλά κι εδώ στη γη να ξημερώνω
Να ζω μ’ ετούτα τα ψιλά
(νομίζω ότι αν το ψι- γραφόταν με ψη- θα άλλαζε απογειωτικά όλο το νόημα και θα το προτιμούσα) να χάνομαι στο χρόνο
Να σέβομαι τη λογική, τα συναισθήματα να πνίγω
Κρυφά να γίνομαι παιδί να ξαναπαίζω λίγο
Αχ ζωή, κάτι μου κρύβεις κάτι μαγικό που το ποθώ
Πώς περνάς και νιώθω να τ’ αγγίζω όσο το απωθώ
Να λέω το πικρό γλυκό να ‘χω δυο πόδια για να βγαίνω
Καφέ να πίνω στο σταθμό να μην πηδάω στο τραίνο
Να βάζω παρακεί το εγώ μην αγαπήσω σαν κουρσάρος
Κι απ’ του ονείρου να λυγώ το πουπουλένιο βάρος
Αχ ζωή, κάτι μου κρύβεις κάτι μαγικό που το ποθώ
Πώς περνάς και νιώθω να τ’ αγγίζω όσο το απωθώ
Μουσική: Γιώργος Καζαντζής
Στίχοι: Γιάννης Τσατσόπουλος  
Δίσκος: Τα Παιδιά της Άλλης Όχθης, 1999