
Κι έρχεται μια ωραία ηλιόλουστη μέρα χοροπηδηχτή και κεφάτη η Ζωή και σου λέει:
- Πσιτ, καλέ συ, θες να παίξουμε;
- Τι να παίξουμε καλέ Ζωή;
- Να παίξουμε το Πάσχα!
- Και πώς παίζεται το Πάσχα;
- Να, θα περάσεις μια μεγάλη, μα πολύ Μεγάλη Σαρακοστή μεσ' στη νηστεία και μετά θα έρθει η Ανάσταση!
- Θα έρθει επιτέλους η Ανάσταση;
- Μα, ναι σου λέω, πιστεψέ με!
- Άμα είναι έτσι, να παίξουμε το Πάσχα, βρε Ζωή.
- Βάψε και κανένα κόκκινο δέντρο κι είσαι έτοιμη.
Κι αντέχεις τη μεγάλη σαρακοστή και τη νηστεία και βάφεις και τα δέντρα κόκκινα (άλλαξε η μόδα των αυγών πια) και μετά από τη μεγάλη βδομάδα των παθών, εκεί που πλησιάζει επιτέλους το τέλος του παιχνιδιού, έρχεται ξανά η Ζωή με σερνάμενα βήματα και κατεβασμένα μούτρα και σου λέει:

- Συγνώμη, έκανα λάθος! Τζάμπα σε ξεσήκωσα να παίξουμε το Πάσχα. Άλλαξαν τα σχέδια! Δε θα 'ρθει η Ανάσταση, μείνε μόνο με τον Θάνατο.
Και σου μένει αμανάτι ο θάνατος να σε πνίγει και να μην μπορείς να πάρεις ανάσα και δεν ξέρεις ούτε καν το Γιατί. Α, έτσι είναι η Ζωή!
- Όλα έχουν τον σκοπό τους, επιμένει και πρέπει να της δείχνεις εμπιστοσύνη κι ας μην καταλαβαίνεις γρυ. Κι ο θάνατος που σου φόρτωσε ξανά και δεν αντέχεται;
- Για το καλό σου το 'κανα!
Τις έχει έτοιμες τις ατάκες η Ζωή για τέτοιες δύσκολες ώρες. Δοκιμασμένες με επιτυχία, χρόνια τώρα, σε διάφορους απροετοίμαστους για τα παιχνίδια της. Κάτι "εμπιστέψου τον χρόνο", κάτι "έλα, είσαι δυνατή εσύ, πώς κάνεις έτσι;", κάτι "θα περάσει κι αυτό", "όλα περνούν κάποτε, θα δεις", "υπομονή, δεν μπορείς να ξέρεις το μεγαλύτερο σχέδιο", "μια πόρτα κλείνει για να ανοίξει μια άλλη" κι άλλες κλισέ τέτοιες 'παρηγοριές στον άρρωστο'.
Και κάνεις τάχα πως τ' ακούς και τα πιστεύεις και πως θα περάσει (και δεν αναφέρεσαι στο ασφυκτικό πώς) και την αφήνεις να σου δίνει κουράγιο με τα μεγαλόπνοα συμπαντικά της σχέδια, για να μη δώσεις μια εσύ και πάρεις τα βουνά.
Α, ρε ζωή, τέτοια μας κάνεις και θα σου μείνουμε στα χέρια και θα μας πεθάνεις πραγματικά καμιά μέρα!
(Υ.Γ. Σήμερα που ξύπνησα και το διάβαζα ξανά, μια φωνή μέσα μου φώναξε: "Όχι, μην πάρεις τα βουνά, τον ουρανό να πάρεις!", αλλά δεν μπορώ να πω με καμιά σιγουριά αν ήταν η δική μου φωνή ή πάλι αυτή της Zωής ή η φωνή ενός χαρταετού που μας ξέμεινε από την Καθαρά Δευτέρα, χωρίς σκοινί, να περιπλανιέται σε καταιγίδες...)