Πάντα ξέρουμε. Από την αρχή.
Είναι η λήθη που μας εμποδίζει.
Κι είναι το α στερητικό που προτρέχει
της α-λήθειας μας οδηγός.
της α-λήθειας μας οδηγός.
Μα ξεχνιόμαστε, σαν άνθρωποι
και το α- βιαστικό να κατα-νοήσει,
γίνεται μια α-νους αυταπάτη,
ξεχνώντας πως το ω-μέγα
δεν κατακτιέται με γράμματα
μα με αριθμητική,
ξεκινώντας από το μηδέν.
Συμμαζεύοντας τα χαρτιά μου, βρίσκω διάφορα.
Βρήκα ξεχασμένο, χθες το παρακάτω:
Το μαύρο κοράκι κάθισε σήμερα στον ώμο μου από νωρίς το πρωί. Θα
πρέπει να ξέφυγε από το βιβλίο του Πόε δίπλα στο κομοδίνο μου. Προσπάθησα να το
διώξω αλλά ήταν μάταιο. Με κοιτούσε συνέχεια με τα διαπεραστικά του μάτια
σιωπηλό.
-Τι θέλεις πια, του φώναξα τσατισμένη.
-Ξέρεις, μου είπε με μια τσιριχτή φωνή που αντήχησε και
αντανακλάστηκε πολλές φορές στα ηχεία του μυαλού μου.
-Δεν ξέρω, αντιστάθηκα. Δεν καταλαβαίνω, γιατί, πώς…
Ξέρεις, μου ξανατσίριξε.
-Μόνο να βλέπω το παρελθόν και να το συγκρίνω με το τώρα μπορώ.
Αλλά πάλι… είναι πράγματα που δεν καταλαβαίνω…
-Ξέρεις…
-Δεν ξέρω! Μόνο υποθέσεις μπορώ να κάνω. Είναι όμως έτσι; Βλέπεις,
περπατάμε τυφλοί ή καλύτερα, επιλεκτικά τυφλοί, βλέποντας ό,τι θέλουμε να
δούμε.
-Ξέρεις!
-Πόσες διαστάσεις έχει η αλήθεια; Ποιο είναι το μέγεθος της πραγματικότητας;
Μήπως οσες έχει κι ώσπου φτάνει το μέγεθος της αντιληπτικής μας ικανότητας; Αν όλα
είναι υποκειμενικά, πώς μπορώ να ξέρω;
-Ξέρεις!
-Όχι δεν ξέρω. Βλέπω αποχρώσεις αλλά όχι πίνακα. Ζω υποκειμενικά
και υποκειμενικά αντιλαμβάνομαι. Η υποκειμενικότητά μου είναι διάτρητη γιατί
βομβαρδίζεται συνέχεια από αυτά που φέρνουν οι στιγμές.
-Ξέρεις.
-Ξέρω ότι όταν βολεύομαι να βλέπω με αυτά τα μάτια είναι δύσκολο
να τα αλλάξω και να δω με διαφορετικά…
13/7/11
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου