"Πώς περάσατε το τριήμερο;"
(Ποιο τριήμερο; Κάποιο επίσημο; Λες να πέρασε η Καθαρά Δευτέρα και να μην το πήρα χαμπάρι; Α, το άλλο το συνηθισμένο;)
Πώς να περάσαμε; Δουλειά και ύπνος. Ύπνος και δουλειά.
Ύπνος στη δουλειά;
Μπα, με το πρώτο χασμουρητό παράγγελνα κάτι δυνατούς καφέδες, τύφλα να 'χει το …ρεντ γκούγκλ (κάπως έτσι).
Δουλειά στον ύπνο;
Ίσως. Γιατί το πρωί όλο με κάτι αναλαμπές ξυπνώ.
Είδα κι όνειρο με χιούμορ, τρομάρα μου:
Ήμαστε, λέει, δυο ψιλοπιτσιρίκια που είχαν μπλεχτεί σε μια μυστηριώδη αναζήτηση και βρισκόμασταν έξω από την καραμυστηριώδη επτασφράγιστη σκέτη πόρτα χωρίς χερούλια, χωρίς τίποτα.. Ψάχναμε τρόπο να την ανοίξουμε για να λύσουμε το μυστήριο. Ψάχναμε, ψάχναμε, ψάχναμε... τίποτα.
Μέχρι που μου 'ρθαν οι μαγικές λέξεις:
σαλά σε λαμ
κουά λε μπαμ
Μόλις τις είπα, η πόρτα άρχισε να ανοίγει αργά και βασανιστικά, περιβάλλοντάς μας με εκείνη την αγωνία του τι θα αποκαλυφθεί.
Και τι αποκαλύφθηκε;
Ένας Κινέζος μάγειρας που άνοιγε σιγά-σιγά με δυσκολία την πόρτα καθώς ήταν φορτωμένος με σκουπίδια κι αποφάγια. Η πόρτα ήταν η πίσω είσοδος ενός κινέζικου εστιατορίου.
Μα, είναι όνειρο τώρα αυτό για να το δει ένας άνθρωπος;
Τουλάχιστον μου 'μειναν οι μαγικές λέξεις να τις χρησιμοποιήσω σε καμιά δύσκολη περίπτωση.
Ιδίως αν εκείνο το μπαμ συνοδεύεται με κάτι "κατακέφαλο", νομίζω θα είναι πιο αποτελεσματικές.
Ουφ! Τελικά, πέρασαν.
Οι τρεις weekend μέρες των παθών και των πόθων των ανερμήνευτων, των ανεκμετάλλευτων, των ανερμάτιστων, των άνευ γενικά.
(Των παθών είπα; Ιδέα μου ή όλο και περικυκλώνω την ιδέα του επερχόμενου ...Πάσχατος;)
Α, ξέχασα! Ήταν κι εκείνο το γεγονός στη στάση.
Εκεί που περίμενα λοιπόν αμέριμνη να έρθει το λεωφορείο για να πάω στη δουλειά (βράδυ λέμε τώρα) και κοιτώντας τα άστρα σκάρωνα στιχάκια τύπου γιαλαντζί:
Περιμένοντας στη στάση
το λεωφορείο να περάσει
το μόνο που επέρασε ως τώρα
είναι μοναχά η ώρα
...και κάτι τέτοια στιχοειδή… φαπ, έρχεται από πίσω μου και με σκουντάει ένα 'Κάτι'.
-Σιγά κυρά μου; Προσέξτε λίγο. Τόσο χώρο έχει το πεζοδρόμιο. Πηγαίνετε λίγο πιο κείθε!
Το 'Κάτι' δε μίλησε, μόνο με κοιτούσε και πετάριζε τα μακριά βλέφαρά του.
Το κοιτούσα κι εγώ και σκεφτόμουν αν έπρεπε να βρω χαρτί να καταγράψω τους υπέροχους στίχους μου μην τυχόν και τους χάσω με τόσες παρεμβολές και ύστερα κλαίω την έμπνευση.
Μέχρι που δεν άντεξε το 'Κάτι' να περιμένει να αντιδράσω και μίλησε πρώτο.
-Καλέ! Εγώ είμαι!
-Η παλιά συμφοιτήτριά μου από τα Φάρσαλα, πετάχτηκα από τη χαρά μου! Χριστός και Παναγιά! Πού; Πώς βρέθηκες εδώ;
-Καλέ τι λες; Ποια Φάρσαλα; Η καλή σου νεράιδα είμαι. Δε με αναγνώρισες;
-Μα, τόση ομοιότης; Φτου-φτου, κακιά ώρα, έφτυσα τον κόρφο μου, ενώ κρυφοκοίταξα το κινητό να δω αν πήγε κιόλας δώδεκα μεσάνυχτα, η ώρα που βγαίνουν τα… ξέρετε ποια.
-Καλέ, τι φτου; ξεφτού! Καλή ώρα!
-Για τι;
-Για οτιδήποτε. Τι θες; Πες το και θα γίνει.
-Πώς θα γίνει;
-Όπως ακριβώς το θέλεις. Εδώ και τώρα!
-Βρε; μπας και είσαι Πασοκσού; Ένα παλιό σύνθημα μου θυμίζει αυτό…
-Καλέ όχι! Πώς σου ήρθε; Εμείς οι νεράιδες είμαστε ανεξάρτητες!
-Σαν τον Κουκοδήμο ένα πράμα;
-Ποιος είναι αυτός;
-Τι; δεν τον ξέρεις; Πες μας τώρα ότι δεν έχεις ακούσει και για DVD και τέτοια.
-Τι είναι αυτά; είπε το 'Κάτι' κι άρχισε να εκνευρίζεται και να κουνιέται πέρα δώθε.
-Μα, πού ζεις χρυσή μου; Και, πιφ! τραβήξου λίγο και μην κουνιέσαι τόσο! Με φλόμωσες στη χρυσόσκονη.
-Μα, πού να ξέρω από αυτά; Εγώ ζω στη νεραϊδοχώρα.
-Από εκεί που μας έρχεται το μαλακό στο μαλακτικό ρούχων;
-Ποιο μαλακό;
-Άσε-άσε, σε ψυχολόγησα. Ούτε τηλεόραση θα βλέπεις.
-Καλέ τι μου λες; Κάνε τρεις ευχές να σου τις πραγματοποιήσω.
-Δε μου λες; Ό,τι ευχή και να 'ναι;
-Ε, ναι! Αλλά μην κάνεις ό,τι κι ό,τι. Σκέψου λίγο. Ζήτα κάτι καλό. Αξίας!
-Σαν τα καλά ρούχα με τα χρυσά βολάν και τους ταφτάδες που φορώ μόνο κάθε Χριστούγεννα και στους γάμους; Α-πα-πα-πα, κάτι πιο πρόχειρο θα ζητήσω, δεν τα μπορώ αυτά...
-Με ζάλισες. Καλά! Ζήτα κάτι πρόχειρο αλλά γρήγορα. Τελειώνει η ώρα σου.
-Μπα! Υπάρχουν νεράιδες με ημερομηνία λήξεως; Δεν το 'ξερα!
-Γρήγοραααα! Έτσι όπως πας σου έμεινε ίσα-ίσα μόνο μια ευχή.
-Εεεε… τέτοια ώρα τι άλλο να θέλω από το να έρθει το λεωφορείο γιατί θ' αργήσω;
-Έγινε. Η ευχή σου πραγματοποιήθηκε! Να 'το που έρχεται.
Κοιτάω προς τα πέρα. Το ευλογημένο λεωφορείο, επιτέλους, έρχεται.
Κοιτάω προς τα πίσω… κανένας.
Όχι και κανένας δηλαδή.
Δύο τύποι έσβηναν τα τσιγάρα τους, μια παρέα κοριτσιών ετοίμαζαν τα εισιτήρια τους, ένας μεσήλιξ μόνος με κοιτούσε κάπως…
Το 'Κάτι' όμως πουθενά.
Μπας και με πειράζουν τα πολλά στιχάκια;
Anyway, να θυμηθώ να τηλεφωνήσω στην παλιά συμφοιτήτριά μου από τα Φάρσαλα.
Τι να απέγινε; Κάναμε καλή παρέα κάποτε. Μου 'φερνε και ωραίο χαλβά, θυμάμαι. Ταιριάζαμε!
.
6 σχόλια:
Μαύρη Γιαπωνέζα !
(παράφραση ονόματος γνωστού ελληνικού συγκροτήματος! Άσχετα σχετικό)
Χμ! Κάτι μου θύμισε αυτή η νεράιδα… Πολύ «κινέζα» το έπαιζε. Όπως και διάφοροι έλληνες πολιτικοί και δημοσιογράφοι που δεν είδαν, δεν άκουσαν, δεν μίλησαν (κάποιο παραμύθι μου θυμίζει αυτό).
Θα έλεγε κάποιος καλοπροαίρετος αναγνώστης της ιστορίας, «νεράιδα είναι αυτή. Πού να ξέρει από αυτά εκεί στη νεραϊδοχώρα». Κι όμως… Έχει βουίξει ο τόπος και εκεί.
Ο γενικός γραμματέας του υπουργείου νεραϊδισμου διοργάνωνε σικέ διαγωνισμούς για να προσλαμβάνει συμβασιούχες νεράιδες που του «γυάλισαν», αφήνοντας στην ανεργία χιλιάδες άλλες ,που είχαν τα τυπικά προσόντα και είχαν καταβάλει το νεραϊδοπαράβολο τον 25 νεραϊδολαριων! Υποσχόταν δε μονιμοποίηση (και όχι γονιμοποίηση) η οποία όμως δεν ερχόταν ποτέ. Αντί γι’ αυτό, αφού ο γενικός ικανοποιούσε τις ορέξεις του, ερχόταν δυσμενείς μεταθέσεις στη χώρα του ποτέ (έχετε ακουστά).
Τα γεγονότα αυτά διέρρευσαν στο νεραϊδοτύπο. Ο γενικός μετά από πιέσεις και για να αποφύγει το διασυρμό προσπάθησε να βάλει τέρμα στη ζωή του πέφτοντας από το τέταρτο κλαδί του νεραϊδοδέντρου. Έπεσε 4-5 φορές αλλά με αυτά τα φτερά στην πλάτη του, που μηχανικά ξεκινούσαν να πεταρίζουν πριν να φτάσει στο έδαφος, την γλίτωνε.
Αυτά είναι τα προτερήματα να είσαι γενικός γραμματέας στην νεραϊδοχώρα.
Καλά, ρε Δερεκενάρη! Τι άλλο να πω;
Είσαι αποκάλυψη!
Βρε, 'κοίτα να δεις' τι έκρυβαν τόσο καιρό τα ...καλλικαντζαροϊερογλυφικά!
Τι θυμήθηκα πάλι:
Τα ιερογλυφικά.
Η κυρία Διδασκάλου (όνομα και πράγμα) στάθηκε πάνω από το θρανίο μου.
Κοίταξε το γραπτό μου και είπε:
- Γρηγόρη, τι καλικάντζαροι είναι αυτοί; Είναι δυνατόν να κάνεις τόσο δυσανάγνωστα γράμματα. Εσύ, καλλιτέχνης, που ζωγραφίζεις τόσο όμορφα, θα έπρεπε να ήσουν καλλιγράφος.
Όλα τα υπόλοιπα παιδικά κεφαλάκια της Πέμπτης Δημοτικού στράφηκαν προσπαθώντας να δουν το τετράδιο μου.
Με τη βιασύνη της ηλικίας έσπευσα να απαντήσω:
- Κυρία, τα γράφω έτσι για να μπορούν να διαβαστούν σε διάφορες γλώσσες! (εξυπνάκιας από τότε)
Γελάσαμε όλοι και επιστρέψαμε στο μάθημα.
Από τότε πέρασαν αρκετά χρόνια. Άλλαξαν πολλά, αλλά όχι αυτό. Εξακολουθώ τον ίδιο ακατάληπτο γραφικό χαρακτήρα (για να μην πω ότι έχει «χειροτερέψει»).
Τα γράμματα ακολουθούν εντελώς αφαιρετικές φόρμες και αρνούνται να ευθυγραμμιστούν με της κρύες γαλάζιες γραμμές της σελίδας. Σ’ ένα τρελό χορό, γιορτάζουν την ανάγκη που τα έκανε να εμφανιστούν από το τίποτα, για να εκφράσουν τα πάντα. Βγαίνουν αβίαστα όπως και κάθε άλλη καλλιτεχνική έκφραση.
Η ζωή σε αναγκάζει να μπαίνεις σε καλούπια. Ακόμα και την τέχνη σου έτσι την θέλει. Σε συγκεκριμένα σχήματα με ταμπέλα επάνω.
Στην εποχή της ευθυγράμμισης και εξομάλυνσης των πάντων με σκοπό να γίνουν εύπεπτα και ευπώλητα ας μείνουν κάποια πράγματα ενστικτώδη. Ας ζήσουν και αυτά που έχουν χρώμα απ’ το αίμα της καρδιάς.
Αγαπητή μου δασκάλα, κατάλαβα ότι η δουλειά σου είναι να με κάνεις να γράφω σωστά και για να γίνει αυτό πρέπει να ακολουθήσω κάποιους κανόνες.
Αλλά και συ κατάλαβες ότι η δικιά μου δουλειά είναι να μην ακολουθώ κανόνες.
Τέχνη είναι η αντίσταση σε χάρακες.
Τέχνη είναι η αντίσταση στην ομοιομορφία.
Τέχνη είναι να τραβάς την δικιά σου, ξεχωριστή γραμμή από τότε που γεννιέσαι μέχρι τέλους.
Αυτή η ανορθόγραφη και ανορθόδοξη γραμμή είναι που με συνδέει με εκείνο το παιδικό τετράδιο.
Με εκείνα τα πρώτα χρόνια.
Και συνεχίζει το ίδιο τσαλακωμένη…
((Νομίζω πως ξέρω τι σου απάντησε η δασκάλα σου:))
Αν κι οι κότες μπορούσαν να μιλήσουν με τόσο υπέροχα λόγια για να δικαιολογήσουν τα ορινθοσκαλίσματά τους:
"Τα γράμματα ακολουθούν εντελώς αφαιρετικές φόρμες και αρνούνται να ευθυγραμμιστούν με το κρύο πάτωμα του κοτετσιού. Σ’ ένα τρελό χορό, γιορτάζουν την ανάγκη που τα έκανε να εμφανιστούν από το τίποτα, για να εκφράσουν τα πάντα. Βγαίνουν αβίαστα όπως και κάθε άλλη καλλιτεχνική έκφραση.
.......
Στην εποχή της ευθυγράμμισης και εξομάλυνσης των πάντων, με σκοπό να γίνουν εύπεπτα και ευπώλητα σαντο κρέας μας, ας μείνουν κάποια πράγματα ενστικτώδη. Ας ζήσουν και αυτά που έχουν χρώμα απ’ το αίμα της καρδιάς και των συκωτιών μας.
......
Τέχνη είναι η αντίσταση σε χάρακες.
Τέχνη είναι η αντίσταση στην ομοιομορφία.
Τέχνη είναι να τραβάς την δικιά σου, ξεχωριστή γραμμή από τότε που γεννιέσαι μέχρι τέλους, όσο σύντομο και τραγικό κι αν είναι αυτό.
Υπογραφή
Οι Κότες"
Τότε, Δερεκενάρη, θα ανακαλύπταμε αριστουργήματα της λογοτεχνίας και χαμένους θησαυρούς λόγου στα κοτέτσια.
Δερεκενάρη, έπρεπε να έχεις γίνει γιατρός. Θα είχες ταιριάξει το επάγγελμα με τον δεδομένο γραφικό χαρακτήρα.
Αφού να σκεφτείς Στέλιο, ούτε ο ίδιος ώρες ώρες δεν μπορεί να διαβάσει τι έγραψε. Πρέπει να τα μελετήσει!
Δημοσίευση σχολίου